Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2012

Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΝΙΚΩΝ.....

 
 
 

27 Νοε 2012

Ὁ Γέροντας Νίκων γιὰ τὴν προσευχὴ


Τὴν προσευχὴ δὲν μπορεῖ κανένας νὰ στὴν διδάξει, τὴν μαθαίνεις μόνος σου καὶ τὴν ὀμορφιὰ τῆς προσευχῆς καὶ τὰ ἀποτελέσματα τῆς προσευχῆς. Ὅ,τι καὶ νὰ σοὺ πεῖ ἄλλος, θὰ εἶναι λόγια ποῦ σου λέει κάποιος ἄλλος. Ὅταν ζήσεις ὅμως κάτι ἐσὺ προσωπικὰ τὰ ξέρεις ἀπὸ πρῶτο χέρι. Κανεὶς δὲν σοὺ μαθαίνει πῶς νὰ προσεύχεσαι, ὅπως κανεὶς δὲν σοὺ μαθαίνει πῶς νὰ βλέπεις, πῶς νὰ ἀκοῦς. Ξέρεις βλέποντας καὶ ἀκούγοντας καὶ ξέρεις τί ὀμορφιὰ ἔχει τὸ νὰ βλέπεις ὅταν βλέπεις. Ὅταν κλείνεις τὰ μάτια σου, ξέρεις πόσο ἄσχημα εἶναι νὰ μὴν βλέπεις. Ἔτσι καὶ μὲ τὴν προσευχή. Ἀρχίστε νὰ προσεύχεστε καὶ ἢ ἴδια ἢ προσευχή, τὸ ἴδιο τὸ "Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον μέ", θὰ σᾶς διδάξει. Δὲν εἶναι πέντε τυχαῖες λέξεις. Θὰ κάτσεις τὸ βράδυ, θὰ προσπαθήσεις νὰ πεῖς "Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ,ἐλέησον μὲ" μὲ καθαρὸ τὸ μυαλό. Έ,τότε θὰ σοὺ ἔρθει στὸ μυαλὸ ἀμέσως μὲ ποιὸν τσακώθηκες τὴν ἡμέρα, τί σου εἶπε καὶ τί τοῦ εἶπες, καὶ ἀμέσως θὰ καταλάβεις ὅτι ἐὰν θέλεις νὰ λὲς προσευχὴ σωστή, δὲν θὰ πρέπει νὰ μνησικακεῖς,
νὰ θυμᾶσαι κάτι κακό. Θὰ κάτσεις τὸ βράδυ νὰ πεῖς "Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ,ἐλέησον μὲ" καὶ ἀμέσως θὰ σοὺ ἔρθουνε στὸ μυαλὸ τὰ γυμνὰ ποῦ εἶδες τὴν ἡμέρα, καὶ θὰ καταλάβεις ὅτι....

ἐὰν θέλεις νὰ λὲς προσευχὴ καθαρή, δὲν θὰ πρέπει νὰ βλέπεις τσόντες στὴν τηλεόραση ἢ στὸ διαδύκτιο. Ἡ ἴδια ἢ προσευχὴ θὰ σὲ διδάξει καὶ πῶς νὰ ζεῖς.
Ὅταν ἀρχίσεις νὰ λὲς "Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον μέ", δὲν θὰ ἀλάξει μόνο ἢ σκέψη σου ἀλλὰ θὰ ἀλάξει καὶ ὃ τρόπος ποῦ ζεῖς.
Γι' αὐτὸ ξεκινῆστε ἀπὸ τὴν ἄλφα-βήτα γιὰ νὰ καταλήξετε ἐκεῖ ποῦ θέλετε.

Η θεραπευτική των πνευματικών νοσημάτων

Η θεραπευτική των πνευματικών νοσημάτων



Η θεραπευτική των πνευματικών νοσημάτων

Εισαγωγή στην ασκητική παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας

Του JEAN CLAUDE LARCHET (*)

Εκδόσεις "Αποστολική Διακονία"

Μετάφραση: ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΟΥΛΑΣ


Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Γλυφάδας

Αποσπάσματα περιεχομένων:

Α. O φόβος

Β. H γαστριμαργία

Γ. Η πορνεία

Δ. Η κενοδοξία

Ε. Η οργή

Ένα πολύ αξιόλογο βιβλίο κυκλοφόρησε πρόσφατα από την Αποστολική Διακονία με τίτλο «Η θεραπευτική των πνευματικών νοσημάτων - Εισαγωγή στην ασκητική παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας». Το βιβλίο αποτελεί καρπό βαθιάς θεολογικής μελέτης και ορθόδοξης βιοτής ενός ανθρώπου με πολλές σπουδές και πατερικό φρόνημα. Ο Jean-Claude Larchet είναι διδάκτωρ Φιλοσοφίας και διδάκτωρ Θεολογίας του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου· επιπλέον, έχει σπουδές στην ψυχοπαθολογία και κλινική εμπειρία στον ψυχιατρικό χώρο. Συγγραφέας πολλών βιβλίων και πολυάριθμων άρθρων, θεωρείται ένας από τους κορυφαίους Ορθόδοξους πατρολόγους που συμβάλλουν στην μετάγγιση της Ορθοδόξου πνευματικότητας στην Ευρώπη.



Το εν λόγω βιβλίο του αποτελεί το δεύτερο βιβλίο του που μεταφράζεται στην ελληνική γλώσσα, έπειτα από το προηγούμενο -επίσης αξιόλογο βιβλίο- με τίτλο «Στάρετς Σέργιος», εκδόσεις Ακρίτα, 2006.

Με ύφος που αποπνέει παιδεία αλλά και πνευματικότητα, ο συγγραφέας παρουσιάζει βήμα-βήμα την ασκητική θεραπευτική παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας, όπως διασώζεται από τα σκεύη της θείας χάριτος, τους θεοφόρους Πατέρες, τους πραγματικούς γνώστες και θεραπευτές των ψυχών. Με τρόπο σαφή και εύληπτο, δίδονται απαντήσεις σε ουσιώδη ερωτήματα όπως: ποια ήταν η υγεία του ανθρώπου πριν την πτώση, ποιες οι διάφορες μορφές παθολογίας, ποιες οι αιτίες των ασθενειών, πώς διαγιγνώσκονται τα διάφορα πνευματικά νοσήματα, πώς μεταδίδονται και πώς θεραπεύονται, ποιες είναι οι υποκειμενικές προϋποθέσεις, τα φάρμακα και η διαδικασία της θεραπείας.

Πρόκειται για ένα εγχειρίδιο πνευματικής ιατρικής, ιδιαιτέρως ωφέλιμο για κάθε ποιμένα, για κάθε πιστό χριστιανό, αλλά και για κάθε άνθρωπο που επιθυμεί να γνωρίσει το θησαυρό του μυστηρίου της υγείας που οδηγεί στην αληθινή χαρά και ταυτίζεται με τη σωτηρία.

(Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Γλυφάδας)

Αποσπάσματα τού βιβλίου:

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Κυριακή, 6 Μαΐου 2012

Μάθημα ἀπό τήν κουκουβάγια! Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος


Στα κείμενα του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου μαζί με τα βαθιά θεολογικά νοήματα περιέχονται συχνά και διδακτικά παραδείγματα από φανταστικά, υποτιθέμενα περιστατικά. Ένα τέτοιο παρουσιάζουμε στη συνέχεια.
Κάποιος λοιπόν χλεύαζε μια κουκουβάγια για μερικά από τα ιδιαίτερα γνωρίσματά της, που τη διαφοροποιούν από τα άλλα πουλιά. Απαριθμούσε ένα - ένα από αυτά. Η κουκουβάγια, αντί να τα παραδεχθεί, προσπαθούσε να τα δικαιολογήσει και να τα αντικρούσει με εύστοχο λόγο και λογικοφανή επιχειρήματα.
-Τι μεγάλο κεφάλι που έχεις! Είσαι κεφάλα!
-Του Δία το κεφάλι να δεις τι μεγάλο που είναι, απαντά η κουκουβάγια.
-Τι γαλαζωπά μάτια που έχεις!
-Αυτά τα μάτια μου είναι όπως της γαλαζομάτας Αθηνάς.
-Και η φωνή σου είναι λυπητερή, θλιβερή και στριγγιά, όχι ευχάριστη.
-Η φωνή όμως της καρακάξας είναι πιο άσχημη, ανταπαντά πάλι η κουκουβάγια.
-Πω πω και κάτι ψιλοπόδαρα που έχεις!
-Ναι, έτσι είναι τα δικά μου πόδια, αλλά του ψαρονιού πώς σου φαίνονται;

-Πρόσεξε, σοφή μου, της λέει στο τέλος ο συνομιλητής της, ότι από αυτά ένα μόνο ελάττωμα έχει το καθένα τους. Εσύ όμως τα έχεις όλα μαζί και σε μεγάλο βαθμό, κουκουβάγια μεγαλοκέφαλη, με τα γαλαζωπά σου μάτια και τη στριγγόφωνη, λυπητερή φωνή σου, κουκουβάγια μου ψιλοπόδαρη.
Σκόνταψε η ταλαίπωρη κουκουβάγια και δεν ήξερε τι να απαντήσει. (Γρηγορίου Θεολόγου, Ποίημα ΚΗ΄, Κατά πλουτούντων, στιχ. 235-262, ΕΠΕ, τόμος 9ος, σελ. 362)
Ας μη δικαιολογούμαστε, όπως η κουκουβάγια, με λογικοφανή επιχειρήματα ή με διάφορα ευφυολογήματα, όταν μας υποδεικνύονται τα ελαττώματά μας. Ούτε να αντιδρούμε με λόγους αποστομωτικούς και γλώσσα γεμάτη από αντιρρήσεις. «Το μάτι βλέπει τα άλλα, τα ξένα, δε βλέπει τον εαυτό του, ούτε όμως και τα άλλα βλέπει σωστά, εάν αρρωστήσει υπερβολικά.
Το χέρι έχει ανάγκη από άλλο χέρι, και το πόδι από το άλλο πόδι» (Γρηγόριος Θεολόγος). Και ο καθένας μας έχει ανάγκη από κάποιο σύμβουλο για να αποκτήσει την αληθινή γνώση του εαυτού του και προχωρήσει κατόπιν και στη διόρθωση των ελαττωμάτων του. Διότι θα δώσουμε λόγο για τον εαυτό μας και όχι για τους άλλους.

agiosmgefiras.blogspot.com

Πέμπτη, 22 Νοεμβρίου 2012

Πέμπτη, 22 Νοεμβρίου 2012

Πατήρ Χαράλαμπος ο κομποσχοινάς. Μέρος Α'


Πατήρ Χαράλαμπος ο κομποσχοινάς

Εδώ αξιωθήκαμε να γνωρίσουμε και έναν άλλο σεβαστό γέροντα, που και αυτός είχε δείξει σημεία αγιότητος, τον π. Χαράλαμπο τον κομποσχοινά. Αυτός, απ’ ότι μας έλεγε, αξιώθηκε να δη πολλά σημεία, την Παναγία μας, αγίους Αγγέλους, και ότι πολλά θαύματα του συνέβησαν.
Μια μέρα κατεβαίναμε με τον πρωτοσύγγελο Θεσσαλονίκης ( τον π. Ιωάννη Τασιά) στην Ιβήρων και τον βλέπουμε να είναι ξαπλωμένος σ’ ένα χαντάκι που περνάν τα νερά δίπλα στον δρόμο.
Ενώ περνούσαμε τα αυτοκίνητα συνέχεια και κάνανε πολλή σκόνη, αυτός εκεί έπλεκε κομποσχοίνι, και τα ρούχα του – παλιόρασα – νόμιζες ότι άστραφταν, ότι ήτανε από μετάξι, δεν τον άγγιζε η σκόνη.
Είχε ένα χωράφι με κουκιά.
Θυμάμαι μια μέρα που πήγαμε εκεί, είχε μπει σε μια τρύπα που υπήρχε στο χωράφι, είχε βάλει χόρτα μέσα και, επειδή του πονούσαν τα πόδια του καημένου, τα είχε βάλει λίγο ψηλά. Έπλεκε συνέχεια κομποσχοίνι κι έλεγε συνέχεια την ευχή.
Αυτό μας έκανε εντύπωση. Συνέχεια έλεγε την ευχή, δεν σταματούσε καθόλου. Τον φωνάζουμε: «Γέροντα Χαραλάμπη, που είσαι;» «Εδώωω είμαι!». Ψάχνουμε, ψάχνουμε μεσ’στα κουκιά και τον βρήκαμε μέσα σε μια γούβα.
Αυτός ένα διάστημα είχε κάνει σ’ ένα κελλί εδώ στις Καρυές, του αγίου Χαραλάμπους, που είναι πίσω από τον ναό του Πρωτάτου. Μια μέρα καθότανε στην απλωταριά του κι έπλεκε κομποσχοίνι. Όπως ακουμπούσε επάνω στην κουπαστή – ήταν ετοιμόρροπη η κουπαστή – από το βάρος του, επειδή ήταν και γιγαντόσωμος, υποχωρεί η κουπαστή και πέφτει κάτω.
Φωνάζει: «Παναγία μου, μ’ αυτό τον θάνατο θα φύγω απ’ αυτή τη ζωή;» Από κάτω ήταν όλο πέτρες, θα σκοτωνότανε. Εκείνη τη στιγμή μία αόρατη δύναμη ήρθε και τον έβαλε επάνω στο μπαλκόνι, και βρέθηκε καθήμενος στο μπαλκόνι.
Πολλά σημεία μας έλεγε αυτός, πάρα πολλά είδε. Στο τέλος γηροκομήθηκε στην Ιερά Μονή Σταυρονικήτα. Τον πήρανε εκεί οι πατέρες, γιατί δεν μπορούσε άλλο να υπηρετήση τον εαυτό του. Έμενε στην Καψάλα. Αυτός ήτανε από την Μικρά Ασία. Στο Άγιο Όρος ήρθε μεγάλος, αν και καλογέρευε από λαϊκός και ήτανε γενιοφόρος.
Έλαβε μέρος και στον ανταρτικό πόλεμο, στα αντάρτικα του ’40, με τους Γερμανούς. Ήταν στον πόλεμο με τους Γερμανούς και μετά στα αντάρτικα. Μάλιστα μας είπε ότι κουβαλούσε πολεμοφόδια με τα μουλάρια επάνω στα βουνά.
«Κάποτε», μας είπε, «βρεθήκαμε σ’ένα λόφο που έβαλλαν θεριστική βολή οι Γερμανοί.
Όσοι βρεθήκανε εκεί στον λόφο όλοι σκοτώθηκαν εκτός ελαχίστων. Πέφταν δίπλα οι οβίδες κι εγώ προσπαθούσα να διαπιστώσω αν τα ’χω τα χέρια μου, το’χω το στήθος μου ή μου έφυγε; Mε σκέπασαν τα χώματα και δεν με έπιανε βολή, γιατί είχα Τίμιο Ξύλο πάνω μου, και πίστευα. Όσοι φαντάροι το αντιλήφθηκαν, πιαστήκαν απ’ τα ρούχα μου. Μόνο αυτοί σωθήκανε. Όλοι οι άλλοι σκοτώθηκαν πάνω στον λόφο». Ήταν νεαρός τότε.

Ετήσια έκδοσις της Ιεράς Μονής
Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους
Περίοδος Β' έτος 2007 αριθ. 32
σελ 97-101

Ἐπιμέλεια κειμένου και πηγή στο Διαδίκτυο Ἀναβάσεις


Η προσφώνηση του Πατριάρχη Αλεξανδρείας στην τελετή ενθρονίσεως του νέου Προκαθημένου της Κοπτικής Εκκλησίας

Σάββατο, 24 Νοεμβρίου 2012

Η προσφώνηση του Πατριάρχη Αλεξανδρείας στην τελετή ενθρονίσεως του νέου Προκαθημένου της Κοπτικής Εκκλησίας


Η προσφώνηση του Πατριάρχη Αλεξανδρείας στην τελετή ενθρονίσεως του νέου Προκαθημένου της Κοπτικής Εκκλησίας

Την 18η Νοεμβρίου ε.ε. η ΑΘΜ ο Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής κ.κ.Θεόδωρος Β’, συνοδευόμενος από τον Σεβ.Μητροπολίτη Ερμουπόλεως κ.Νικόλαο καΙ τον Θεοφ.Επίσκοπο Νιτρίας κ.Νικόδημο, Πατριαρχικό Επίτροπο Καΐρου, παρέστη στην τελετή ενθρονίσεως του νέου Πατριάρχου της Κοπτικής Εκκλησίας κ.Θεοδώρου Β’ , κατόπιν προσκλήσεως του νεοεκλεγέντος Προκαθημένου.

Ο Μακ.Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας, κατά την σύντομη προσλαλιά Του, ανέφερε τα εξής: «Μακαριώτατε Πάπα και Πατριάρχα κ.κ.Θεόδωρε Β’,

Με αισθήματα ειλικρινούς φιλαδελφίας ευρισκόμεθα σήμερα πλησίον σας, κατά την τελετή της ενθρονίσεώς Σας, προκειμένου να μετάσχουμε του χαροποιού γεγονότος της επισήμου αναλήψεως των Πρωθιεραρχικών σας καθηκόντων και να ευχηθούμε εκ μέσης καρδίας υπέρ της καρποφόρου και ακυμάντου Πατριαρχίας μας.
Ερχόμεθα κοντά σας ως ο Προκαθήμενος του Αποστολικού και Πατριαρχικού Θρόνου Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής, αποδίδοντες τον εν Χριστώ αδελφικό ασπασμό προς το τίμιο προσωπό σας και δι’ αυτού προς το Πλήρωμα της Εκκλησίας σας σε μία δύσκολη παγκοσμίως χρονική συγκυρία, όπου ο σύγχρονος κόσμος ευρίσκεται σε διαρκή και ταλανίζουσα αβεβαιότητα και αναζητά μετ΄ επιτάσεως μία νέα κατάσταση πραγμάτων.

Σε αυτή την ιστορική καμπή, η εν αμοιβαίω σεβασμώ συνεργασία των εκκλησιαστικών ηγετών καθίσταται πολύτιμη και λυσιτελής υπέρ της ευημερίας και της καταλλαγής των λαών. Γι’ αυτό και το γεγονός ότι αμφότεροι φέρομε τό όνομα «Θεόδωρος ο Β’» αποτελεί ιστορική επιταγή προς στενοτέρα συναντίληψη υπέρ του ευγενούς λαού της Αιγύπτου.
Με την πεποίθηση ότι η πνευματική σας προσωπικότητα, η θεολογική σας κατάρτιση, η πολυετή εμπειρία περί τα εκκλησιαστικά ζητήματα, κυρίως δε η εγνωσμένη αγάπη σας προς τον πιστό λαό του Θεού, αποτελούν εχέγγυα για την αρχομένη Πρωθιεραρχική διακονία σας, σας ευχόμεθα όπως ο Κύριος διαφυλάττῃ την Μακαριότητά Σας εν υγιείᾳ αδιαπτώτῳ και δυνάμει πολλή και σας προσφέρουμε αυτήν την Πατριαρχική μίτρα μετά πολλής αγάπης και τιμής. Εις πολλά έτη».

Σημειώνεται ότι η ΑΘΜ, εκπροσωπούσα και τον Μακ.Αρχιεπίσκοπο Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου κ.κ.Χρυσόστομο, μετέφερε προς τον Κόπτη Πατριάρχη τις συγχαρητήριες ευχές του Σεπτού Προκαθημένου της Εκκλησίας της Κύπρου.

Πατριαρχείο Αλεξανδρείας

Ε) Ἐμφάνισις τῆς Θεοτόκου στὸν Ὅσιο ...

 
 
 
 

Κυριακή, 25 Νοεμβρίου 2012

Ε) Ἐμφάνισις τῆς Θεοτόκου στὸν Ὅσιο στὴν κορυφὴ τοῦ Ἄθω. ΣΤ) Ὁ Καυσοκαλύβης. Ὅσιος Μάξιμος ὁ Καυσοκαλυβίτης


Ε) Ἐμφάνισις τῆς Θεοτόκου στὸν Ὅσιο στὴν κορυφὴ τοῦ Ἄθω
Βίος καὶ Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη
(Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Ἔκδοσις Ἱ. Καλύβης Ἁγ. Ἀκακίου, Καυσοκαλύβια, Ἅγιον Ὄρος, 2001)


Καθὼς τὸ Σιναῖον ὄρος ἐκάλεσε τὸν Μωϋσήν, ὁ Κάρμηλος τὸν Ἠλίαν, καὶ τὸν Βαπτιστὴν Ἰωάννην ἡ ἔρημος, τοιουτοτρόπος καὶ τὸν Ὅσιον Μάξιμον ἀνακαλεῖ ὁ Ἄθως, τὸ ἄνθος τῶν ὀρέων, διὰ νὰ ἀνθήσῃ ὁ δίκαιος ἐν αὐτῷ καὶ νὰ καρποφορήσῃ τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Διότι τὴν Κυριακὴν τῶν Ἁγίων Πατέρων, ὁποῦ εἶναι μετὰ τὴν θείαν Ἀνάληψιν, φαίνεται εις αὐτὸν ἡ Θεοτόκος ἔχουσα ἐν ἀγκάλαις τὸν Κύριον τοῦ λέγει: Ἀκολούθει μοι πιστότατε Μάξιμε, καὶ ἀνέβα ἐπάνω εἰς τὸν Ἄθωνα διὰ νὰ λάβῃς τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καθὼς ἐπιθυμεῖς.

Βλέποντας δὲ δύο καὶ τρεῖς φορὲς ταύτην τὴν θείαν ὀπτασίαν, ἄφησεν τὴν Μεγίστην Λαύραν καὶ μετὰ ἑπτὰ ἡμέρας ἀνέβη εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ ὄρους τῷ Σαββάτῳ τῆς Πεντηκοστῆς καὶ πέρασε ὅλην τὴν νύκτα ἄγρυπνος, ὁμοῦ μὲ ἄλλους μοναχούς, οἱ ὁποῖοι μετὰ τὴν Θείαν Λειτουργίαν ἀνεχώρησαν.
Ὁ δὲ θεῖος Μάξιμος ἔμεινεν ἐκεῖ μόνος τρία νυχθήμερα προσευχόμενος ἀδιαλείπτως εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τὴν Θεοτόκον διὰ μέσου προσευχῆς νοερᾶς.
Ἀλλὰ ποῖος δύναται νὰ διηγηθῇ τοὺς πειρασμοὺς ὁποῦ ἐμεταχειρίσθη ὁ ἐχθρὸς διὰ νὰ διώξῃ ἐκεῖθεν τὸν Ἅγιον; Διότι ἐφαίνετο ὅτι γίνονται ἀστραπαὶ καὶ βρονταί, καὶ ὅτι ἐσείετο τὸ μέγα ἐκεῖνο ὄρος τοῦ Ἄθωνος καὶ ἐξεσπῶντο πέτραι καὶ βουνά.
Ὅλα δὲ αὐτὰ ἐγίνοντο ψευδῶς κατὰ φαντασίαν τῶν δαιμόνων, ἐν καιρῷ τῆς νυκτός διὰ νὰ τὸν φοβίσουν. Και τὴν ἡμέραν πάλιν ἀκούοντο φωναὶ ἄγριαι καὶ ταραχαὶ μεγάλαι, ὡσὰν νὰ ἦταν ἐκεῖ κοντὰ πλῆθος ἀνθρώπων.

Καὶ ἐφαίνοντο πολλοὶ ἄσχημοι ἄνθρωποι, ὅτι ἀνέβαιναν ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη τοῦ ὄρους εἰς τὴν κορυφήν, καὶ ὁρμοῦσαν εἰς τὸν Ἅγιον μὲ σφενδόνας καὶ κοντάρια, διὰ νὰ τὸν κατεβάσουν ἀπὸ τὴν κορυφήν· διότι δὲν ὑπέφερον οἱ κατάρατοι νὰ κατοικήσῃ ἐκεῖ.
Καὶ ταῦτα μὲν ἔδειχναν ἐκεῖνοι κατὰ φαντασίαν· ὁ δὲ θεῖος Μάξιμος ἔχοντας εἰς τὸν ἑαυτόν του τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δὲν ἐφοβεῖτο παντελῶς, οὐδὲ ἐφρόντιζε διὰ αὐτά. Μόνον εις τὴν νοερὰν προσευχὴν ἐκαταγίνετο καὶ ἐπαρακαλούσε τὸν Θεὸν καὶ τὴν Θεοτόκον· τὴν ἀνάδοχον αὐτοῦ καὶ προστάτην.
Καὶ λοιπὸν φαίνεται εἰς αὐτὸν ἡ Θεοτόκος μετὰ δόξης πολλῆς ὡς βασίλισσα, περικυκλουμένη ἀπὸ πολλοὺς ἄρχοντας νέους αὐτοὺς εἰς τὴν ἡλικίαν, κρατοῦσα πάλιν εἰς τὰς χεῖράς της τὸν Υἱόν της, τὸν δημιουργὸν πάσης τῆς κτίσεως.
Γνωρίσας δὲ αὐτὴν ὁ Ἅγιος, ἀπὸ τὸ ἐξαίσιον καὶ θεῖον ἐκεῖνο φῶς ὁποῦ διέλαμπε καὶ ἐφώτιζε τριγύρω ὅλα τὰ μέρη ἐκεῖνα, καὶ πληροφορηθεὶς ὅτι δὲν ἦταν πλάνη δαιμονική, ἀλλὰ θεία ὀπτασία καὶ ἐμφάνεια ἀληθινὴ της Θεοτόκου, τὴν ἐδοξολόγησε μετὰ χαρᾶς ἀνεκλαλήτου λέγων: Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ Σοῦ· καὶ ἄλλα τοιαῦτα.
Ἔπειτα πεσών, ἐπροσκύνησε τὸν Κύριον ὁμοῦ μὲ τὴν Κυρίαν Θεοτόκον, καὶ ἐδέχθη παρὰ Κυρίου τὴν εὐλογίαν. Ἤκουσε δὲ ἀπὸ τὴν Παναγίαν ταῦτα: Λάβε τὴν χάριν κατὰ δαιμόνων, ὁ σεπτὸς ἀθλοφόρος καὶ κατοίκησε εἰς τὰ πρόποδα τῆς κορυφῆς τοῦ Ἄθωνος· διότι τοῦτο εἶναι θέλημα τοῦ Υἱοῦ μου, διὰ νὰ ἀνέβῃς εἰς ὕψος ἀρετῆς καὶ νὰ γίνῃς διδάσκαλος καὶ ὁδηγὸς εἰς πολλούς, καὶ νὰ σώσῃς αὐτούς.
Καὶ μετὰ ταῦτα τοῦ ἐδόθη καὶ ἄρτος οὐράνιος εἰς τροφὴν καὶ ἀναψυχὴν τῆς φύσεως, ὁποῦ ἦταν τόσας ἡμέρας νηστικός, εὐθὺς δὲ ὁποῦ ἐπῆρε τὸν ἄρτον καὶ τὸν ἔβαλεν εἰς τὸ στόμα του, τὸν ἐπερικύκλωσε ἄνωθεν θεῖο φῶς καὶ ἤκουσεν ὕμνον Ἀγγελικόν.
Καὶ οὕτως, ἡ μὲν Θεοτόκος ἀνέβη εἰς τὰ οὐράνια, τόση δὲ ἔλλαμψις καὶ εὐωδία ἔμεινεν εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ ὄρους, ὥστε ἔγινεν ἐκστατικὸς ὁ Ἅγιος, καὶ δὲν ἤθελεν νὰ κατέβῃ ἐκεῖθεν και νὰ ὑστερηθῇ τὴν εὐωδίαν ἐκείνην καὶ τὴν λάμψιν.
Ὅθεν μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἐκατέβη κατὰ τὴν προσταγὴν τῆς Θεοτόκου, καὶ ἐπῆγεν εἰς τὸν Ναόν της τὸν ὀνομαζόμενον Παναγία. Ἐκεῖ δὲ διατρίψας ἡμέρας τινάς, ἀνέβη πάλιν εἰς τὴν κορυφήν, καὶ ἠσπάζετο τὸν τόπον ἐκεῖνον εἰς τὸν ὁποῖον ἐστέκετο ἡ Θεοτόκος μετὰ δόξης, καὶ ἐζητοῦσε πάλιν μετὰ δακρύων τὴν θείαν αὐτῆς ἐμφάνειαν.
Πλὴν ὅμως, μόνον φῶς εἶδε καὶ εὐωδίαν ὠσφράνθη ἀχόρταστον, καθὼς εἶναι καὶ πρότερον, ἐγέμισε δὲ ὅλος ἀπὸ χαρὰν καὶ εὐφροσύνην ἄῤῥητον. Καὶ τοῦτο ἠκολούθησε δύο καὶ τρεῖς φορὰς ὁποῦ ἀνέβη εἰς τὴν κορυφήν. Τὴν Θεοτόκον ὅμως δὲν τὴν εἶδε πλέον, ὡς τὴν πρώτην φοράν.

ΣΤ) Ὁ Καυσοκαλύβης

Ἀπὸ τότε δὲ καὶ εἰς τὸ ἑξῆς ἐκατέβη εἰς τὸ Καρμήλιον[8]εἰς τὸν Προφήτην Ἠλίαν, καὶ ἐκεῖ εὑρῶν ἕνα μοναστὴν γέροντα, τοῦ ἐφανέρωσε ἐκεῖνα ὁποῦ εἶδε καὶ ἤκουσεν εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ ὄρους. Ὁ δὲ γέρων ἀκούσας ταῦτα, ἐνόμισεν ὅτι ἐπλανήθη ὁ θεῖος Μάξιμος καὶ ὅτι ὅλα ἐκεῖνα τὰ εἶδε κατὰ φαντασίαν δαιμονικήν. Ἔτσι, ὠνόμασε πλανημένον τὸν φωστῆρα καὶ ὁδηγὸν τῶν πλανημένων. Ἀπὸ τότε δὲ τὸν ἔλεγαν ὅλοι πλέον πλανημένον, καὶ ἀποστρεφόμενοι αὐτόν, τὸν ἐδίωκον διὰ νὰ μὴν πλησιάσῃ εἰς κανέναν.
Ἀλλ᾿ ὁ ἀπλανὴς οὗτος φωστήρ ἐδέχθη μὲ μεγάλην του χαρὰν τὸ νὰ τὸν ὀνομάζουν πλανημένον καὶ ὄχι Ἅγιον. Ὑπεκρίνετο δὲ πάντοτε πὼς εἶναι πλανημένος καὶ ὅταν ὠμιλοῦσε μὲ ἄλλους ἐκαμώνετο πὼς εἶναι μωρός, διὰ νὰ ἀφανίσῃ μὲ αὐτὸν τὴν ὑπερήφανον ἀνθρωπαρέσκεια καὶ τὴν οἴησιν καὶ νὰ καρποφορήσῃ τὴν ταπεινοφροσύνην, ἡ ὁποία φυλάττει εἰς τὸν ἄνθρωπον τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύμαατος.
Διὰ τοῦτο δὲν ἐκατοίκησεν εἰς ἕνα τόπον καθὼς οἱ ἄλλοι· ἀλλ᾿ ὡς πλανημένος ἐμετατοπίζετο ἐκ τόπου εις τόπον καὶ ὅπου ἐπήγαινεν, ἔφτιαχνε ἀπὸ χόρτα καλύβαν μικράν, ὅσον νὰ χωρῇ μόνον τὸ πολύαθλον σῶμά του, καὶ μετ᾿ ὀλίγον τὴν ἔκαιε, καὶ ἐπήγαινεν εἰς ἄλλον μέρος καὶ ἔφτιαχνεν ἄλλην.
Τόση δὲ ὑπὲρ ἄνθρωπον ἦταν ἡ ἀκτημοσύνη του, ὥστε δὲν ἀπέκτησε ποτὲ οὔτε δικέλλαν, οὔτε σκαλιστήρι, οὔτε τορβᾶν, οὔτε σκαμνί, οὔτε τράπεζαν, τσουκάλι ἤ ἀλεῦρι, ἤ λάδι, ἤ κρασί, ἤ ψωμί, οὔτε κανένα ἄλλο ἀπὸ τὰ ἀναγκαῖα εἰς τὴν ζωὴν τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλ᾿ ὡς ἄϋλος σχεδόν, περνοῦσε τὴν ζωήν του εἰς ἐρήμους καὶ ἀβάτους τόπους.
Μόνον μικρὰ καλύβαν ἔφτιανε, καθὼς εἴπαμεν, καὶ μετ᾿ ὀλίγον τὴν ἔκαιε καὶ ἔφευγεν ἐκεῖθεν. Διὰ τοῦτο καὶ ἐλέγετο πλανημένος ὁμοῦ καὶ καυσοκαλύβης, διότι δὲν ἐγνώριζαν οἱ ἄλλοι τὴν θείαν χάριν ὁποῦ τὸν ἐσκέπαζε καὶ τὴν ἐλπίδα ὁποῦ τὸν ἐδρόσιζε καὶ τὴν παντοτινὴ προσευχὴν ὁποῦ τὸν ἐγλύκαινεν.

Ὑποσημειώσεις

[8] Ὑψηλὴ παραφυάδα τοῦ Ἄθω, ὑπεράνω τοῦ ἀκρωτηρίου Νυμφαῖον. Στὴν κορυφὴ ὑπάρχει ἀρχαῖος ναὸς τοῦ Προφήτου Ἠλία, καὶ στοὺς πρόποδες, ἡ σκήτη τοῦ Ἁγίου Βασιλείου.

nektarios.gr

Οι Έλληνες στη Βενετία

Οι Έλληνες στη Βενετία
17 Νοεμβρίου 2012
Ρωμηοσύνη Όλγα Κατσιαρδή-Hering

Από τα προνόμια εγκατάστασης στην κοινοτική οργάνωση
Οι ποικίλες αφετηρίες των παροίκων –από οθωμανοκρατούμενες, βενετοκρατούμενες ή και αγγλοκρατούμενες περιοχές– και η μακρά χρονική περίοδος κατά την οποία αναπτύχθηκε το γεωγραφικό δίκτυο των παροικιών δεν επιτρέπουν απόλυτη ενιαιοποίηση των συνθηκών που οδήγησαν στην οργάνωσή τους σε κοινοτικό επίπεδο. Εν τούτοις κάποια βασικά χαρακτηριστικά διατρέχουν τη θεσμοθετημένη, νομική εκπροσώπησή τους υπό μορφή κοινοτικής οργάνωσης. Το ενδιαφέρον των ευρωπαϊκών κρατών υποδοχής για την πληθυσμική ενίσχυση αγροτικών ή κυρίως εμπορικών περιοχών τους, για την ενδυνάμωση με εξειδικευμένες εμπορικά ή και τεχνολογικά, ενίοτε, ομάδες ανθρώπων οδήγησε τις κατά τόπους αρχές στην προσέλκυση πληθυσμών από την Ανατολή, που θα τους άνοιγαν τις τεχνικές κατάκτησης επιθυμητών αγορών.
Το αμφίδρομο ενδιαφέρον εντείνεται είτε διαμέσου των παραδοσιακά οικείων, προς τους ενδιαφερόμενους, εμπορικών δρόμων και μεθόδων οργάνωσης (όπως συμβαίνει στην περίπτωση της Βενετίας, της Αγκώνας ή και της Τρανσυλβανίας και Ουγγαρίας) είτε από τυχαία, εν πολλοίς, πληροφόρηση των ενδιαφερόμενων (μεσολογγίτες καπετάνιοι πλέοντας για την Σενιγάλια, την Αγκώνα και τη Βενετία ανακαλύπτουν την επικερδή προοπτική που τους διανοίγεται μετά την ανακήρυξη της Τεργέστης ως “ελεύθερου λιμανιού” από το 1719) είτε προκαλείται με ελκυστικές υποσχέσεις και προνόμια από την πλευρά των δυτικών ή κεντροανατολικών ευρωπαϊκών δυνάμεων.
Οι ανιχνευτές πρωτοπόροι ακολουθούνται διαρκώς και περισσότερο από ομάδες συντοπιτών τους, και ο δρόμος για την έκδοση π ρ ο ν ο μ ί ω ν προς σταθερή εγκατάσταση δεν είναι μακριά. Σε κράτη που λειτουργούν σε προκαπιταλιστικό και προβιομηχανικό καθεστώς η παραχώρηση προνομίων σε άτομα ή ομάδες πληθυσμών είναι συνήθης τακτική ώς τον 19ο αιώνα. Καθώς, στην περίπτωση που εξετάζεται εδώ, πρόκειται για ορθόδοξους, κατά τεκμήριο, μετακινούμενους, επιβάλλεται να ξεπεραστούν αμφίδρoμα τα εμπόδια που θέτει η παραδοσιακή αντιπαράθεση καθολικής και ορθόδοξης Εκκλησίας. Λόγοι εσωτερικής συνοχής και ανοχής (περίπτωση της Βενετίας ήδη τον 15ο αιώνα) και λόγοι οικονομικού συμφέροντος από την πλευρά των κρατών υποδοχής (πολλαπλές παροικίες στην εκτεταμένη αυτοκρατορία των Αψβούργων) επιβάλλουν την έκδοση προνομίων προκειμένου να αναγνωριστεί το δικαίωμα νόμιμης οργάνωσης των σποραδικά ερχόμενων ορθόδοξων ατόμων, αλλά που με την πάροδο των χρόνων αποφασίζουν για τη μονιμότερη διαμονή τους στις νέες χώρες υποδοχής. Τα προνόμια παραχωρούνται, συνήθως, προς τους “Greci”, “Greci non uniti”, “Griechisch-schismatisch” (Γραικούς μη ενωτικούς, Γραικούς σχισματικούς), ή προς τους ≪εν τη Βιέννη κατοικούντας Γραικούς τε και Βλάχους της ανατολικής θρησκείας≫, με σκοπό την αναγνώριση του δικαιώματος άσκησης της ορθόδοξης λατρείας. Δεν είναι σαφής, από την πρώιμη γλώσσα των προνομίων, η εθνική διάκριση, και συχνά οι “Γραικοί” αντιμετωπίζονται από τις Αρχές με βάση το θρησκευτικό γνώρισμα. Η “griechische Nation” δεν περιλαμβάνει απαραίτητα σαφώς μόνο τους Έλληνες και τους “Γραικοβλάχους” (κατά τις πηγές), αλλά και άλλους ορθοδόξους της Βαλκανικής, τους Σέρβους π.χ., που αποφασίζουν να συνεργαστούν για την απόκτηση του δικαιώματος ίδρυσης ναού και αδελφότητας/κοινότητας. Από την αδυναμία ακριβούς προσδιορισμού του περιεχομένου του όρου προκύπτουν συχνά και προβλήματα συμβίωσης των παροίκων, πολλοί από τους οποίους έχουν και τον ίδιο οικονομικό προσανατολισμό.
Τα προβλήματα αναφαίνονται συνήθως μετά την αύξηση του αριθμού των μεταναστών και συνεπώς την εδραίωση των οικογενειακών σχηματισμών και των επιχειρησιακών δικτύων. Οι αναφυόμενες εντάσεις αναδεικνύουν τους υποβόσκοντες αναδυόμενους εθνικισμούς, που καλύπτονται πίσω από το δικαίωμα της άσκησης της λατρείας στην εθνική γλώσσα, και κατά συνέπεια οδηγούν στη διαίρεση και την ίδρυση νέων ελληνικών, σερβικών κ.ο.κ. ναών στην ίδια πόλη. Τα προβλήματα που ανακύπτουν πρώιμα στη Βενετία και κυρίως τον 18ο αιώνα στην Τεργέστη, τη Βιέννη, την Πέστη και σε πολλές πόλεις της Ουγγαρίας, λύνονται άλλοτε εις βάρος των Ελλήνων άλλοτε των Σέρβων, ανάλογα με τη δύναμη επιρροής, ή ενίοτε οδηγούν σε παράταση της συμβίωσης. Η κρίση σε κοινοτικό επίπεδο δεν συμπαρασύρει, απαραίτητα, και τη συνεργασία των ατόμων σε οικονομικές επιχειρήσεις, που συχνά εξακολουθούν να υφίστανται, όπως άλλωστε συνεχίζονται και οι μικτοί γάμοι. Τα προνόμια καθόριζαν συνήθως τις συνθήκες υπό τις οποίες οι ενδιαφερόμενοι θα δικαιούνταν να ανεγείρουν ορθόδοξο ναό και παράλληλα ή σταδιακά είτε
α) να οργανωθούν σε Αδελφότητα (Confraternita, στην περίπτωση της Βενετίας από τον 15ο αιώνα κ.ε.),
β) να συσσωματωθούν οικονομικά, σχηματίζοντας εμπορικές ενώσεις, τις λεγόμενες “κομπανίες” (εγκαταστάσεις στις τρανσυλβανικές πόλεις Σιμπίου, Μπρασόβ ήδη από τον 17ο αιώνα, τις ανατολικοουγγρικές Μίσκολτς,Τόκαϊ, κ.ά.),
γ) να οργανωθούν σε Κοινότητα (Comunita, Gemeinde).
Η χρήση του όρου “κοινότητα”, για την αποτύπωση της πραγματικότητας συλλογικά για όλη την υπό εξέταση περίοδο, δεν ακριβολογεί με βάση τα δεδομένα εκάστοτε ιστορικά στοιχεία. Η διαφοροποίηση ενυπάρχει καταρχάς από το γεγονός ότι παροικία και κοινότητα δεν συμπίπτουν, τουλάχιστον όχι υποχρεωτικά. Στην παροικία ανήκουν όλοι οι Έλληνες που κατοικούν στην πόλη υποδοχής, μόνιμα ή και προσωρινά. Mέλη της κοινότητας ή της αδελφότητας αποτελούν μόνο όσοι το επιθυμούν. Στις κομπανίες, ως οικονομικές συσσωματώσεις, είναι υποχρεωτική η συμμετοχή των μελών, ώστε να απολαμβάνουν των προνομίων. Η οργάνωσή τους προσομοιάζει προς αυτή των συντεχνιών, ασκείται από τους προεστώτες των κομπανιών συστηματικός έλεγχος των μελών σχετικά με την άσκηση του εμπορικού, κυρίως, επαγγέλματος, με βάση συγκεκριμένες αρχές, τις οποίες υπό τη μορφή θεσπισμάτων έχουν συναποφασίσει. Στους προεστώτες και σε ειδικά όργανα ανήκουν και κάποιες δικαστικές αρμοδιότητες.
Οι ίδιοι κανονισμοί επιβάλλουν και τον αλληλοσεβασμό, αλλά και τον έλεγχο σε θέματα ατομικής και συλλογικής ηθικής των μελών. Ανάλογες προβλέψεις δεν απαντούν στα καταστατικά, με τα οποία λειτουργούν οι λοιπές κοινότητες, με αρμοδιότητες κατά βάση διοικητικής οργάνωσης και χωρίς δικαίωμα επέμβασης σε ζητήματα οικονομικών δραστηριοτήτων των μελών τους. Πρώτο μέλημα των παροίκων, μετά την παραχώρηση προνομίων, είναι η ανέγερση ορθόδοξου ν α ο ύ . Ειδική επιτροπή αναλαμβάνει το βάρος για την εξεύρεση των χρημάτων, τη μέριμνα για την ανοικοδόμηση εκκλησίας, αντιπροσωπευτικής του κύρους που επιθυμούν να προσδώσουν στην κοινότητά τους και την προβολή τους, και την πλούσια, κατά κανόνα, εσωτερική διακόσμησή της. Την τοιχογράφηση του ναού του Αγίου Γεωργίου της Βενετίας ανέλαβε μεταξύ άλλων ο φημισμένος ζωγράφος Μιχαήλ Δαμασκηνός, ενώ τον 20ό αιώνα στην τοιχογράφηση του Αγίου Γεωργίου της Βιέννης εργάστηκε ο Κώστας Παρθένης.
Ο ναός κατά κανόνα ανεγείρεται σε κεντρικό σημείο της πόλης, σε περιοχή κοντά στη θάλασσα ή τις όχθες ποταμού, ώστε να είναι δυνατή η εύκολη άσκηση της λατρείας από τους νεοερχομένους. Ο ναός και το γειτνιάζον κοινοτικό οίκημα, και συνήθως και το σχολείο, αποτελούν τα κτίρια-σύμβολα της κοινοτικής, κοινωνικής και εθνικής ενότητας για τα μέλη της κοινότητας, αλλά και της παροικίας, ανεξαρτήτως της ενεργού συμμετοχής τους στη διοικητική οργάνωση. Γύρω από το ναό αναπτύσσονται οι οικονομικές δραστηριότητες των μελών, εξελίσσεται, κατά κανόνα η ελληνική γειτονιά (Campo dei Greci, Griechengasse, Gorog utca κ.ο.κ.), που αναζητούν, διαμέσου αυτής, την ενότητα και την κοινωνική ένταξη στην πόλη υποδοχής. Δεν πρόκειται για εφαρμογή κανόνων “γκέτο”. Άλλωστε, με το πέρασμα του χρόνου και την οικονομική ενδυνάμωση των μελών, την απόκτηση γαιών και τις επενδύσεις σε ακίνητα, παρατηρείται εντονότερη κοινωνική ένταξη στις πόλεις εγκατάστασης, υιοθέτηση του αστικού τρόπου ζωής του περιβάλλοντος χώρου, οικοδόμηση οικιών και εσωτερική διακόσμηση με κανόνες και τεχνικές που υπαγορεύονται από την ανάγκη ενσωμάτωσης και προβολής. Συνήθως τα πρόσωπα που συναποτελούν την αρχική επιτροπή είναι και οι πρωτοπόροι που θα φροντίσουν για τη σύνταξη του κ α τ α σ τ α τ ι κ ο ύ για την περαιτέρω οργάνωση της κοινότητας. Μέλη της κοινότητας ορίζονται οι μετέχοντες του ανατολικού ορθόδοξου δόγματος, χωρίς πάντοτε αυτό να προκαθορίζει και την εθνικότητα των μετεχόντων. Έτσι, για παράδειγμα, στη Βιέννη απαντούν από τα τέλη του 18ου αιώνα δύο ορθόδοξες κοινότητες, του Αγίου Γεωργίου, που συσπείρωνε τους Έλληνες οθωμανούς υπηκόους (τουρκομερίτες Έλληνες), και της Αγίας Τριάδας, στην οποία ανήκαν όσοι είχαν λάβει την αυστριακή υπηκοότητα. Χαρακτηριστική είναι η απόλυτη γειτνίαση των δύο ορθόδοξων ναών, που ο χωρισμός σε δύο κοινότητες μπορεί εν μέρει να ερμηνευθεί με την αλλαγή των οικονομικών συνθηκών, στην πορεία του 18ου αιώνα, εντός και εκτός της Αψβουργικής Αυτοκρατορίας, των τοπικών οικονομικών ανταγωνισμών των μελών, αλλά και με τη μεγαλύτερη ένταξη στην τοπική κοινωνία διά της σύναψης και μικτών γάμων. Το Καταστατικό, κείμενο το οποίο συντάσσεται και εγκρίνεται από τη Γενική Συνέλευση των ενήλικων ανδρών, επικυρώνεται κατά κανόνα και από την τοπική κρατική εξουσία. Η τελευταία παράμετρος δεν απαντά απαραίτητα σε κοινότητες στα τέλη του 19ου αιώνα, όπως αυτές των ρουμανικών παραλίων, οι οποίες δεν οφείλουν την ανάπτυξη και διαμόρφωσή τους σε συγκεκριμένα κρατικά προνόμια. Σύμφωνα με τα καταστατικά αυτά εκλέγεται το τεσσαρακονταμελές ή το –συνήθως δωδεκαμελές– “Βουλευτήριο” (Capitolo) της κοινότητας, που προσδιορίζει ή εκλέγει τη διοικούσα τριμελή, πενταμελή ή εξαμελή επιτροπή. Το αναγωγικό αυτό διοικητικό σύστημα επιτρέπει ελευθερία κινήσεων, αλλά και διαρκή έλεγχο για την πιο στιβαρή άσκηση των καθηκόντων. Στις περισσότερες περιπτώσεις προβλέπεται ελευθερία συμμετοχής των μελών στην κοινότητα, με κάποια οικονομική συνεισφορά κατά τάξεις. Το γεγονός ότι οι διοικούντες προέρχονται από τις τάξεις που προϋποθέτουν αυξημένη χρηματική συνδρομή, οδηγεί στη συγκέντρωση αξιωμάτων, κατά κανόνα σε ορισμένες οικογένειες ή πρόσωπα οικονομικά ισχυρά, τα οποία και χειρίζονται τις κοινοτικές υποθέσεις.
Στα καθήκοντα της κοινοτικής διοίκησης είναι η εκπροσώπηση της ομογένειας προς τα έξω, η προάσπιση, δηλαδή, των κοινών συμφερόντων των παροίκων, η διαχείριση των οικονομικών της κοινότητας (που προέρχονται από τις τακτικές και έκτακτες συνεισφορές των μελών, τα κληροδοτήματα), η συντήρηση του ναού, η επιλογή και ο διορισμός των ιερέων –καθώς η εκκλησία υπάγεται στην κοινότητα– η ανέγερση του κ ο ι μ η τ η ρ ί ο υ, η ίδρυση του σχολείου, αλλά και η περίθαλψη φτωχών ομογενών ή και προσφύγων (κυρίως μετά τις πολεμικές συρράξεις στην Ανατολή) κατά περίσταση ή με την ίδρυση φ ι λ α ν θ ρ ω π ι κ ώ ν ιδρυμάτων ή και νοσοκομείων. Οι κοινότητες δεν έχουν δικαστική δικαιοδοσία επί των μελών τους, αλλά διατηρούν το δικαίωμα της διαιτητικής μεσολάβησης για την άρση μικροδιαφορών.
Απόσπασμα από το κεφ. “AΠΟ ΤΗΝ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ ΩΣ ΤΗΝ ΕΔΡΑΙΩΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ”, στο συλλογικό έργο: Oι Έλληνες στη Διασπορά, 15ος -21ος αι., Ιωάννης Κ. Χασιώτης -΄Ολγα Κατσιαρδή-Hering – Ευρυδίκη Α. Αμπατζή (επιμ.), Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα 2006, σ. 42-46.

«Καθελώ μου τας αποθήκας και μείζονας οικοδομήσω»

«Καθελώ μου τας αποθήκας και μείζονας οικοδομήσω»
18 Νοεμβρίου 2012
Κοινωνικά θέματα Μέγας Βασίλειος

Oμιλία εις το «καθελώ μου τας αποθήκας και μείζονας οικοδομήσω» και περί πλεονεξίας
…7. Ποιον, λέει, αδικώ με το να προστατεύω τα δικά μου; Πες μου όμως, ποια είναι τα δικά σου; Από πού τα πήρες και τα έφερες στη ζωή; Οι πλούσιοι μοιάζουν εκείνους που μπαίνουν πρώτοι στο θέατρο και κάθονται σε μία θέση που εμποδίζει τους άλλους να δουν, νομίζοντας πως είναι δικό τους αυτό που υπάρχει για κοινή χρήση. Αφού, δηλαδή, κατέλαβαν τα κοινά αγαθά, τα οικειοποιούνται επειδή τα πρόλαβαν να τα πάρουν. Γιατί, αν ο καθένας κρατούσε αυτό που του χρειάζεται για τις ανάγκες του και άφηνε το υπόλοιπο για όποιον έχει ανάγκη, κανείς δε θα ήταν πλούσιος και κανείς δε θα ήταν φτωχός.
Γυμνός δε βγήκες από την κοιλιά; Γυμνός και πάλι δε θα επιστρέψεις στη γη; Και αυτά που έχεις τώρα, από πού τα έχεις; Αν νομίζεις, ότι βρέθηκαν έτσι, από μόνα τους, είσαι άθεος, διότι δεν γνωρίζεις το δημιουργό τους, ούτε ευχαριστείς αυτόν που τα έδωσε. Αν πάλι παραδέχεσαι ότι προέρχονται από το Θεό, πες μου τον λόγο για τον οποίο τα πήρες. Μήπως ο Θεός είναι άδικος που μοιράζει άνισα σ’ εμάς τα αναγκαία για τη ζωή; Γιατί εσύ να είσαι πλούσιος και εκείνος να είναι φτωχός; Μα, για κανέναν άλλον λόγο, παρά για να έχεις κι εσύ μισθό αρετής και καλής διαχείρισης κι εκείνος για να τιμηθεί με τα μεγάλα βραβεία της υπομο­νής. Εσύ όμως, αφού τα έβαλες όλα εις τους κόλπους της πλεονεξίας που ποτέ δεν γεμίζουν, νομίζεις ότι κανένα δεν αδικείς, όταν τόσους πολλούς αποστερείς. Ποιος λοιπόν είναι ο πλεονέκτης; Μα, αυτός που δεν αρκείται στην αυτάρκεια. Ποιος είναι ο άρπα­γας; Αυτός που αφαιρεί τα πράγματα του άλλου. Εσύ λοιπόν δεν είσαι ο πλεονέκτης; Εσύ δεν είσαι ο άρπαγας, αφού οικειοποιείσαι αυτά που σου δόθηκαν για διαχείριση; Ή μήπως αυτός που απογυμνώνει τον ντυμένο θα χαρακτηριστεί λωποδύτης, ενώ εκείνος που δεν ντύνει τον γυμνό, ενώ μπο­ρεί να το κάνει, αξίζει να χαρακτηριστεί με άλλο όνομα; Το ψωμί που κρατάς εσύ, ανήκει στον πεινασμένο. Το ρούχο που φυ­λάς στις αποθήκες σου είναι του γυμνού. Τα παπούτσια που έχεις και σου σαπίζουν είναι του ξυπόλυτου. Τα χρήματα που έχεις θαμμένα είναι εκείνου που τα χρειάζεται. Έτσι λοιπόν, τόσους αδικείς, όσους θα μπορούσες να ευεργετήσεις!
8. Καλά είναι τα λόγια, λέει, αλλά καλύτερο ακόμη είναι το χρυσάφι. Μοιάζει έτσι για αυτούς που μιλούν στους ακόλαστους σχετικά με τη σωφροσύνη. Αφού κι εκείνοι, όταν ακούν να κατηγορείται η πόρνη, φλέγονται από την επιθυμία λόγω της υπενθύμισης Πώς να σου κάνω γνωστά τα βάσανα του φτω­χού, για να καταλάβεις από πόσο μεγάλους καημούς φτιάχνεις τους θησαυρούς σου; Πόσο πολύτιμος θα σου φανεί την ημέρα της κρίσεως ο λόγος: «ελάτε οι ευλογη­μένοι του Πατέρα μου, να κληρονομήσετε την βασιλεία, που έχει ετοιμαστεί για σας από τη δημιουργία του κόσμου. Διότι πείνασα και μου δώσατε φαγητό, δίψασα και με ποτίσατε, γυμνός ήμουν και με ντύσατε»; Πόση όμως μεγάλη φρίκη και ιδρώτες και σκοτάδι θα σε τυλίξει, όταν ακούσεις την καταδίκη: «Φύγετε από μένα, οι καταραμένοι, στο αιώνιο σκοτάδι, που έχει ετοιμαστεί για τον διάβολο και τους αγγέλους του. Διότι πείνασα και δεν μου δώσατε φαγητό, δίψασα και δεν με ποτίσατε, γυμνός ήμουν και δεν με ντύσατε». Και εκεί δεν κατηγορείται ο άρπαγας αλλά αυτός που αδιαφορεί για τις ανάγκες του συνανθρώπου του. Εγώ λοιπόν είπα όσα νομίζω ότι σε συμφέρουν. Αν μεν πεισθείς απ’ αυτά, είναι ολοφάνερα είναι τα αγαθά που σε περιμένουν, σύμφωνα με τις επαγγελίες. Αν πάλι παρακούσεις, η απειλή είναι γραμμένη. Αυτήν την εμπειρία σου εύχομαι να διαφύγεις, παίρνοντας καλύτερη απόφαση. Έτσι, ο ίδιος σου ο πλούτος θα γίνει η εξαγορά σου και θα βαδίσεις στα ουράνια αγαθά που είναι έτοιμα για σένα, με τη χάρη εκείνου που μας κάλεσε όλους στη βασιλεία του και στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη σε όλους τους αιώνες. Αμήν.

Ο συμβολισμός της Αποκαλύψεως

Ο συμβολισμός της Αποκαλύψεως
14 Νοεμβρίου 2012
Ερμηνεία Αγίας Γραφής Ομότιμος καθηγητής Εισαγωγής και Ερμηνείας Καινής Διαθήκης Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης Στέργιος Ν. Σάκκος

Σ’ όλα τα βιβλία της αγίας Γραφής, κατά κύριο δε λόγο στα προφητικά, απαντούν συμβολικές εκφράσεις, οι οποίες χαρακτηρίζουν επίσης και τα αποκαλυπτικά κείμενα. Η αφθονία συμβολικών εκφράσεων στα προφητικά βιβλία οφείλεται στο γεγονός ότι οι προφήτες συχνά λαμβάνουν από τον Θεό προφητείες με την μορφή συμβολικών παραστάσεων (βλ. Ζα 1,7-6,15· Δα 7-8) και μερικές φορές καταφεύγουν οι ίδιοι στην χρήσι συμβόλων, διότι δεν μπορούν να εκφράσουν τα οράματά τους με την γλώσσα της εποχής τους [1]. Εύλογα, λοιπόν, στην Αποκάλυψι του Ιωάννου, ένα σαφώς προφητικό βιβλίο, κυριαρχεί η συμβολική χρήσι εκφράσεων, προσώπων, χρωμάτων, αριθμών και παραστάσεων. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι ήδη στον πρώτο στίχο του βιβλίου ο ιερός συγγραφέας δηλώνει σχετικά με το περιεχόμενό του ότι ο Θεός «εσήμανεν αποστείλας δια του αγγέλου αυτού τω δούλω αυτού Ιωάννη» (Απ 1,1). Αποκάλυψε ο Θεός στον Ιωάννη «α εισι και α μέλλει γίνεσθαι μετά ταύτα» (Απ 1,19) με οράσεις οι οποίες περιείχαν σήμανσι, δηλαδή συμβολικές εικόνες[2].
Ο Ιωάννης, μάλιστα, καθώς και οι πρώτοι παραλήπτες της Αποκαλύψεως, «αι επτά εκκλησίαι αι εν τη Ασία» (Απ 1,4), ήσαν εξοικειωμένοι με την χρήσι συμβόλων· το ασιατικό πνεύμα συνήθιζε να εκφράζη τις ιδέες του, θρησκευτικές και πολιτικές, με σύμβολα και τύπους. Αυτό μαρτυρούν οι κιστοφόροι (νομίσματα) και άλλα ευρήματα της περιοχής, που φέρουν συμβολικές παραστάσεις[3]. Την ασιατική αυτή συνήθεια, που είχε επιδράσει βαθιά και στους ασιάτες χριστιανούς, χρησιμοποιεί ο Θεός για να δείξη «τοις δούλοις αυτού α δει γενέσθαι εν τάχει» (Απ 1,1). Στην πραγματικότητα, η πρωτοβουλία στην χρήσι συμβόλων ανήκει στον Θεό, ο οποίος κατά την εκδίωξι των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο διατύπωσε το λεγόμενο πρωτευαγγέλιο με συμβολικές εκφράσεις· «αυτός σου τηρήσει κεφαλήν, και συ τηρήσεις αυτού πτέρναν» (Γε 3,15).
Με τον συμβολισμό της Αποκαλύψεως οι εκκλησίες της Ασίας εφοδιάζονται με ένα αντίβαρο ενάντια στην άφθονη χρήσι συμβόλων από τους ειδωλολάτρες[4]. Και δεν πρόκειται απλώς για αντίβαρο. Σύμβολα συνηθισμένα στον ειδωλολατρικό κόσμο αποκτούν στην Αποκάλυψι αντίκρυσμα με υψηλό, θεϊκό η έστω βαρυσήμαντο νόημα. Κάτι ανάλογο θα συμβή αργότερα, όταν ο άγιος Ιωάννης θα γράψη στο Ευαγγέλιό του· «Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος». Ακούγοντας να γίνεται πολύς λόγος στην Μ. Ασία περί του Λόγου ως ανωτάτου πάντων, ο ιερός ευαγγελιστής λέγει· «Να, ο Λόγος είναι ο Υιός του Θεού, ο Ιησούς Χριστός, ο ιδικός μας Κύριος»[5]
Ο συμβολισμός επιτελεί στην Αποκάλυψι τριπλή λειτουργία: 1. Καλύπτει εν μέρει τον προφητικό λόγο από τα μάτια των Ρωμαίων, των ειδωλολατρών κατακτητών, και προστατεύει τον Ιωάννη και τούς πιστούς από την οργή τους[6]. Βεβαίως οι παραλήπτες της Αποκαλύψεως αντιλαμβάνονταν πολύ καλά τις συμβολικές αναφορές του Ιωάννου στην αντίχριστη Ρώμη, καθόσον είχε προηγηθή σχετική προφορική διδασκαλία από τους αποστόλους που έδρασαν στην Μ. Ασία[7]. 2. Λειτουργεί παρόμοια με τις παραβολές που χρησιμοποιούσαν οι προφήτες και ο Κύριος· αφήνει αδιάφορους τους χλιαρούς η ψυχρούς στην πίστι και αφυπνίζει το εκλεκτό κατάλοιπο του λαού του Θεού, ώστε να εντείνη το ενδιαφέρον του για την κατανόησι του θείου λόγου και την υπακοή σ’ αυτόν[8]. 3. Αναδεικνύει την διαχρονικότητα του συμβολιζομένου, καθ’ όσον δεν το περιορίζει σε μία και μόνη περίπτωσι μιας συγκεκριμένης εποχής[9]. Ετσι, υπό τον όρο «Βαβυλών» (Απ 14,8· 16,19· 17,5· 18,2.10.21), π.χ., εννοείται όχι μόνον η αντίχριστη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, αλλά και κάθε κοσμική εξουσία που στρέφεται κατά της Εκκλησίας, κάθε πνευματική η πολιτική δύναμι που γίνεται όργανο του σατανά, για να βλάψη την πίστι των χριστιανών και να εμποδίση το έργο της Εκκλησίας.
Τα ποικίλα γεγονότα τα οποία πρόκειται να εξαγγείλη ο Ιωάννης και τα πνευματικά νοήματα που οφείλει να μεταφέρη στούς πιστούς, ασφαλώς του τα αποκαλύπτει ο Θεός κάτω από εικόνες και παραστάσεις που ανήκουν στον κύκλο των γνώσεων και εμπειριών του ευαγγελιστού. Και ο Ιωάννης περιγράφει ο,τι ακριβώς βλέπει. Οι παραστάσεις της Αποκαλύψεως θυμίζουν εικόνες απ’ όλους τούς τομείς της φύσεως και της ζωής. Ζωικό και φυτικό βασίλειο, γεωργική και εμπορική ζωη, θάλασσα, ουρανός, φυσικά φαινόμενα, πολύτιμοι λίθοι, αλλά και η ανθρώπινη ζωη, με την μητέρα και το παιδί, την παρθένο νύμφη, την πόρνη, τον πόλεμο, την ειρήνη, τα μεταφορικά μέσα, προσφέρουν μία αφθονία εικόνων με τις οποίες εκφράζονται οι αλήθειες του θεοπνεύστου αυτού βιβλίου.
Οπωσδήποτε, παρόμοιες εικόνες συναντώνται επίσης σε διάφορα κείμενα της ιουδαϊκής και θύραθεν γραμματείας. Το γεγονός αυτό δεν πρέπει να μας παραπλανήση και να μας οδηγήση στο συμπέρασμα ότι ο Ιωάννης χρησιμοποίησε διάφορες πηγές για την καταγραφή των οράσεών του[10]. Μοναδική του πηγή είναι ο Θεός, ο οποίος του έδειξε τις οπτασίες. Βεβαίως, όπως προανέφερα, ο Θεός πρόσφερε στον Ιωάννη τις αποκαλύψεις με συμβολικές εικόνες τις οποίες ως επί το πλείστον γνώριζε ο προφήτης όχι μόνο από την φυσική ζωή αλλά και από την αγία Γραφή. Μπορούμε, λοιπόν, να διακρίνουμε την συγγένεια των συμβολικών παραστάσεων της Αποκαλύψεως προς παραστάσεις γνωστές:
1. Πρωτίστως και κυρίως από την Παλαιά Διαθήκη[11]. Ονόματα προσώπων (Βαλαάμ, Ιεζάβελ) η πόλεων (Ιερουσαλήμ, Βαβυλών, Σοδομα), τοπωνύμια (όρος Σιών, Αρμαγεδών), αλλά επίσης τόποι και αντικείμενα της λατρείας του Ισραήλ (η Σκηνή του Μαρτυρίου και ο Ναός με το θυσιαστήριο, το θυμιατό και την Κιβωτό της Διαθήκης) εμφανίζονται στην Αποκάλυψι ως σύμβολα γεγονότων και καταστάσεων της Εκκλησίας, στρατευομένης και θριαμβεύουσας, και του κόσμου.
2. Από την Καινή Διαθήκη. Βεβαίως η Αποκάλυψι είναι το μόνο προφητικό βιβλίο της Καινής Διαθήκης. Εν τούτοις, προφητικά στοιχεία υπάρχουν και στα άλλα καινοδιαθηκικά βιβλία. Στην πραγματικότητα, σ’ όλα τα βιβλία της Καινής Διαθήκης, Ευαγγέλια, Πράξεις Αποστόλων, Επιστολές, Αποκάλυψι, υπάρχουν και ιστορικά και διδακτικά και προφητικά στοιχεία. Οι συμβολικές περιγραφές της Αποκαλύψεως εμφανίζουν συγγένεια με το Β´ Θεσ. 2,1-12, όπου ο απόστολος Παύλος μιλά για τον αντίχριστο, και κυρίως με την λεγομένη «μικρή Αποκάλυψι» (Μθ 24· Μρ 13· Λκ 21), όπου ο ίδιος ο Κύριος προφητεύει τα μελλοντικά γεγονότα. Αυτά τα ίδια γεγονότα, που άκουσε ο ευαγγελιστής Ιωάννης από το στόμα του Κυρίου επί της γης, αυτά περιγράφει παραστατικά στην μεγάλη Αποκάλυψί του όπως του τα έδειξε «εν πνεύματι» (Απ 1,10) ο αναστημένος και δοξασμένος Ιησούς. Και επειδή η Αποκάλυψι είναι το πρώτο έργο του, δεν αναφέρει στο Ευαγγέλιό του την «μικρή Αποκάλυψι», την οποία άλλωστε καταγράφουν οι τρεις προγενέστεροί του ευαγγελισταί.
Αυθαίρετους και αβάσιμους θεωρώ τούς ισχυρισμούς ότι κάποιες εικόνες αντλεί η Αποκάλυψι από την θεματική της αποκαλυπτικής[12]. Το γεγονός ότι υπάρχουν κάποια στοιχεία κοινά στην Αποκάλυψι και στις ιουδαϊκές η χριστιανικές αποκαλύψεις δεν αποτελεί απόδειξι ότι η πρώτη τα δανείστηκε από τις άλλες. Όπως ήδη ανέφερα, αρκετά σύμβολα αποτελούν κοινό τόπο στις ασιατικές παραδόσεις και εμφανίζονται και στην Αποκάλυψι. Άλλωστε οι διάφορες αποκαλύψεις είναι ως επί το πλείστον μεταγενέστερες της Αποκαλύψεως[13]. Επίσης αστήρικτες είναι οι απόψεις ότι η Αποκάλυψι περιέχει επιδράσεις από ειδωλολατρικές θρησκείες[14], μάλιστα δε και ίχνη συγκρητισμού. Οπωσδήποτε από αυτές τις εικασίες απουσιάζει η κατανόησι του πνεύματος του ιερού βιβλίου, του χριστιανικού χαρακτήρος του[15], που δεν συμβιβάζεται με ο,τιδήποτε ειδωλολατρικό. Αρκεί μία ανάγνωσι της Αποκαλύψεως για να αντιληφθή ο καλοπροαίρετος αναγνώστης την αποστροφή του Κυρίου προς την ειδωλολατρία, και την τελεσίδικη καταδίκη των ειδωλολατρών (βλ. Απ 21,8· 22,15). Ο Ιωάννης, ο οποίος είδε, άκουσε και κατέγραψε όλα αυτά και με την αγωνία του πνευματικού ποιμένος παραγγέλλει στους πιστούς «Τεκνία, φυλάξατε εαυτούς από των ειδώλων» (Α´ Ιω 5,21), πως θα κατέφευγε σε ειδωλολατρικά δάνεια;
Είναι αξιοσημείωτο ότι και εκείνοι που ισχυρίζονται ότι ο Ιωάννης επηρεάζεται από ξένες πηγές παραδέχονται ότι ο συγγραφέας της Αποκαλύψεως κινείται με πλήρη ανεξαρτησία και πρωτοτυπία[16], αφού μάλιστα πολλές από τις εικόνες του βιβλίου δεν συναντώνται ούτε στην Παλαιά Διαθήκη ούτε σε άλλα κείμενα. Είναι εικόνες κυρίως από την επίγεια ζωη του Χριστού (π.χ. η γυναίκα με το παιδί στο 12ο κεφ.)[17] και από την εμπορική κίνησι των μικρασιατικών πόλεων (π.χ. οι απαριθμήσεις των εμπορικών ειδών στο 18ο κεφ., των πολυτίμων λίθων στο 21ο κεφ.) προς τις εκκλησίες των οποίων απευθύνεται το βιβλίο.
Τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά του συμβολισμού της Αποκαλύψεως είναι:
1. Ελευθερία στην χρήσι των συμβόλων και των εικόνων. Δεν χρησιμοποιείται το ίδιο συμβολικό λεξιλόγιο στα διάφορα τμήματα του βιβλίου, αλλά ούτε και στην ροη του ιδίου οράματος[18]. Δημιουργείται έτσι εκ πρώτης όψεως η εντύπωσι του χάους, ώστε, για να προσεγγίσουμε το νόημα, «θα έπρεπε να έχη γραφή ένα λεξικό -η καλύτερα μία γραμματική κι ένα συντακτικό- της εικονογραφίας και των συμβόλων της Αποκαλύψεως», όπως επιτυχημένα έχει λεχθή[19]. Η προσεκτική όμως μελέτη αποκαλύπτει στον αναγνώστη ότι και τα οράματα που φαίνονται άσχετα και ασύνδετα μεταξύ τους περιέχονται στο ίδιο πλαίσιο. Αυτό καθορίζεται από ορισμένα σύμβολα, όπως είναι το αρνίο, ο δράκοντας, η γυναίκα του κεφ. 12, η οποία εμφανίζεται και πάλι ολόλαμπρη ως ουράνια πόλι στο κεφ. 21, τα δύο θηρία, η Βαβυλώνα.
2. Συγγένεια η και ταύτισι διαφορετικών συμβόλων. Το ίδιο πρόσωπο η γεγονός μπορεί να συμβολίζεται με διαφορετικά σύμβολα[20]. Ο Ιησούς Χριστός π.χ. συμβολίζεται με παραστάσεις που φαίνονται απόλυτα ανεξάρτητες και άσχετες μεταξύ τους: ως ο Υιός του ανθρώπου (Απ 1,13), ως ο λέων ο εκ της φυλής Ιούδα (5,5), ως το αρνίο (5,6), ως ο ιππέας του λευκού ίππου (6,2). Οι πληγές που περιγράφονται με τον συμβολισμό των επτά σφραγίδων, των επτά σαλπίγγων και των επτά φιαλών, παρά την διαφορετικότητα των συμβόλων αυτών, δεν διαφέρουν ουσιαστικά μεταξύ τους[21].
3. Αντίστροφα, το ίδιο σύμβολο μπορεί να συμβολίζη διαδοχικά δύο η περισσότερες πραγματικότητες. Σύμφωνα, π.χ., με το Απ 17,9-10 τα επτά κεφάλια του θηρίου «όρη επτά εισι… και βασιλείς επτά εισι».
4. Συμβολα που αλληλοσυμβολίζονται, με έναν «συμβολισμό πολλών επιπέδων»[22]. Αυτό π.χ. συμβαίνει με τούς «αστέρας» και τούς «αγγέλους των επτά εκκλησιών» (Απ 1,20). Οι αστέρες συμβολίζουν τούς «αγγέλους» των εκκλησιών και αυτοί τούς επισκόπους των εκκλησιών και συνεκδοχικά τις εκκλησίες. Επίσης, κάτι παρόμοιο συμβαίνει με το επτακέφαλο θηρίο και με μία από τις κεφαλές του, η οποία έχει όλες τις ιδιότητες του θηρίου.
5. Συμβολα δυνάμεως και νίκης μετασχηματίζονται σε εικόνες πόνου η αδυναμίας. Ετσι, ενώ ο Ιωάννης ακούει ότι «ενίκησεν ο λέων ο εκ της φυλής του Ιούδα» (5,5), βλέπει «αρνίον εστηκός ως εσφαγμένον» (5,6)[23]. Ομοίως οι πιστοί «ενίκησαν αυτόν (τον διάβολον) δια το αίμα του αρνίου και δια τον λόγον της μαρτυρίας αυτών, και ουκ ηγάπησαν την ψυχήν αυτών άχρι θανάτου» (12,11), δηλαδή τα θύματα αναδεικνύονται με τη θυσία τους νικητές[24].
6. Συχνή χρήσι παράξενων και αφύσικων συμβόλων, που περιγράφουν πρόσωπα και καταστάσεις με τρόπο υπερβολικό, προκειμένου να δοθή το μήνυμα με μεγαλύτερη έμφασι[25].
7. Ιδιορρυθμία ως προς την σύνθεσι των εικόνων. Πολλές από τις περιγραφές του βιβλίου δεν είναι δυνατόν να απεικονισθούν[26], ούτε καν να συλληφθούν από την ανθρώπινη φαντασία[27], καθόσον τα συμβολιζόμενα βρίσκονται έξω από τον κύκλο της ανθρωπίνης γνώσεως και εμπειρίας.
Σε αρκετές περιπτώσεις η ερμηνεία των συμβόλων της Αποκαλύψεως αναφέρεται από τον ίδιο τον Ιωάννη πλήρως η εν μέρει (π.χ. στα Απ 1,20· 4,5· 5,6· 12,9· 17,9ε.12.15). Παραμένουν όμως κάποιες συμβολικές μορφές, ως προς τις οποίες υπάρχει ποικιλία ερμηνειών ακόμα και μεταξύ των ερμηνευτών που ακολουθούν την ίδια γενική ερμηνευτική μέθοδο[28].
Μπορούμε να διατυπώσουμε τις ακόλουθες αρχές ερμηνείας των συμβόλων της Αποκαλύψεως:
1. Χρειάζεται κατ’ αρχήν η γνώσι των χαρακτηριστικών του συμβολισμού της Αποκαλύψεως.
2. Όπου το ίδιο το κείμενο δεν δίνει καμία ερμηνεία, οι παραστάσεις ως επί το πλείστον πρέπει να εκληφθούν με συμβολική σημασία[29], «αλληγορικώς», όχι όμως κατά την αυθαιρεσία της αλληγορικής ερμηνείας[30].
3. Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες ένα στοιχείο συμβολισμού εμφανίζεται σε μία περιγραφή η οποία δεν πρέπει ως επί το πλείστον να ερμηνευθή συμβολικά[31].
4. Μερικές από τις εικόνες της Αποκαλύψεως δεν πρέπει να ερμηνευθούν ως συμβολικές. Χρησιμεύουν απλώς για να προσθέσουν ζωηρότητα και κίνηση στην συνάφεια[32].
5. Διαδοχικά μέλη μιας σειράς οραμάτων δεν υπονοούν αναγκαστικά μία χρονολογική συνέχεια.
6. Οι αριθμοί τρία, τέσσερα, έξι, επτά, δώδεκα κ.α. έχουν ιδιάζουσα σημασία[33], η οποία, μάλιστα, δεν είναι μονοσήμαντη. Π.χ. στον αριθμό του θηρίου 666, το 6, ως υπολειπόμενο του 7, θεωρείται σύμβολο της ελλείψεως και του κακού, αλλά εν τούτοις τα «ζώα» γύρω από τον θρόνο είναι εξαπτέρυγα (Απ 4,8), σύμβολο που εκφράζει την πλήρη και τέλεια κίνησί τους σε κάθε κατεύθυνσι.
7. Ο ερμηνευτής δεν πρέπει να παρασύρεται από τα δεδομένα και τις αντιλήψεις της δικής του εποχής, για να ερμηνεύση τις συμβολικές παραστάσεις της Αποκαλύψεως[34].
8. Τα σύμβολα της Αποκαλύψεως είναι τύποι, οι οποίοι βρίσκουν εφαρμογή όχι μόνο στην πρώτη πραγματικότητα την οποία αρχικά συμβολίζουν αλλά επί πλέον σε διάφορα γεγονότα και πρόσωπα ανά τούς αιώνες. Η ερμηνεία τους, λοιπόν, δεν εξαντλείται σε συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα η πρόσωπα[35].
Την αλήθεια αυτή κατανοούμε σαφώς από την ερμηνεία που δίδει ο ίδιος ο Κύριος και οι απόστολοι σε γεγονότα και πρόσωπα της Παλαιάς Διαθήκης. Μάταια, π.χ., πάσχιζαν οι ραββίνοι να εξηγήσουν γιατί ο Θεός διέσωσε τους Ισραηλίτες από την μάστιγα των φιδιών υποδεικνύοντας την ύψωσι του χαλκίνου όφεως. Την απάντησι άκουσε από το στόμα του Ιησού ο φαρισαίος Νικόδημος· «Καθώς Μωϋσής ύψωσε τον όφιν εν τη ερήμω, ούτως υψωθήναι δει τον υιόν του ανθρώπου, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον» (Ιω 3,14-15). Στην συνέχεια είδε να πραγματοποιούνται τα λόγια αυτά στον Γολγοθά, όπου ο Κύριος «θανάτω θάνατον επάτησε». Επίσης στον περίφημο λόγο του Ιησού περί του άρτου της ζωής γίνεται σαφές ότι το μάννα είναι τύπος του σάρκας του Κυρίου την οποία λαμβάνουμε στο μυστήριο της θείας Κοινωνίας (βλ. Ιω 6,32-58). Ο απόστολος Παύλος βλέπει στην Ερυθρά θάλασσα και στην νεφέλη που ακολουθούσε τους Ισραηλίτες το νερό του Βαπτίσματος, στον βράχο που ανέβλυσε νερό τον ίδιο τον Χριστό, και επισημαίνει ότι «ταύτα τύποι ημών εγενήθησαν» (βλ. Α´ Κο 10,1-6). Επιπλέον, ο Κάιν ερμηνεύεται από τον ευαγγελιστή Ιωάννη και τον απόστολο Ιούδα ως τύπος φθόνου, μισαδελφίας και φόνου (βλ. Α´ Ιω 3,12· Ιούδα 11)[36].
9. Ο καλύτερος ερμηνευτής των συμβόλων της Αποκαλύψεως είναι η ίδια η ιστορία[37]. Ο επιστήμονας ερμηνευτής δεν έχει την δυνατότητα να κατανοήση όλα τα σύμβολα, ενώ παράλληλα και γι’ αυτά που φαίνεται να κατανοή δεν μπορεί να εμφανίζεται πάντοτε απολύτως βέβαιος[38]
Σ’ όλα τα παραπάνω πρέπει να προστεθή ότι ένα μεγάλο μέρος της ερμηνείας επαφίεται στην «ερμηνευτική διακριτικότητα του ερμηνευτού»[39], διακριτικότητα βεβαίως «εν Πνεύματι»[40], καθ’ όσον το ερμηνευόμενο είναι «τι το Πνεύμα λέγει». Οσο μπορούμε να εντοπίσουμε την ψυχή ανατέμνοντας το ανθρώπινο σώμα, τόσο μπορούμε να βρούμε την σωστή ερμηνεία της Αποκαλύψεως προσεγγίζοντάς την άνευ Πνεύματος.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Βλ. Σ. Σακκου, Εισαγωγή εις την Καινήν Διαθήκην, Θεσ/νίκη 21984, σ. 204.
2. Είναι γνωστό ότι ορισμένοι προβληματίσθηκαν ως προς την γνησιότητα των οπτασιών της Αποκαλύψεως υποστηρίζοντας ότι πρόκειται: α) Περί παραισθήσεων του Ιωάννου. β) Περί συμπιλήματος αυτουσίων η διασκευασμένων ψευδωνύμων ιουδαϊκών και χριστιανικών αποκαλύψεων κ.α. Στις εκδοχές αυτές αντιτίθεται η ιδεολογική και λογοτεχνική ενότητα του βιβλίου, η οποία αναγνωρίζεται σήμερα από τους περισσοτέρους ερευνητάς. Βλ. Π. Μπρατσιώτου, Η Αποκάλυψις του Ιωάννου, Αθήναι 1950, σ. 20. Σ. Αγουρίδου, Εισαγωγή εις την Καινήν Διαθήκην, Αθήναι 1971, σ. 405. Ο πρώτος μάλιστα επικαλείται και την άποψι του W. Bousset, ο οποίος επίσης αναγνωρίζει την γνησιότητα των εκφραστικών βιωμάτων του Ιωάννου.
3. Βλ. W. M. Ramsay, The Letters to the Seven Churches, London 1904, σ. 288.
4 Πρβλ. H. B. Swete, The Apocalypse of St John, London 31911, σ. cxxxix.
5. Βλ. Σ. Σάκκου, Ερμηνεία εις το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, τευχ. Α , Θεσ/νίκη 1972, σσ. 35-36.
6. Πρβλ. H. Gollinger, Kirche in der Bewährung: Eine Einführung in die Offenbarung des Johannes, Aschaffenburg 1973, σ. 13.
7. Πρβλ. Β´ Θε 2,5ε.· «Ου μνημονεύετε ότι έτι ων προς υμάς ταύτα έλεγον υμίν; Και νυν το κατέχον οίδατε…».
8. Πρβλ. Μθ 13,12-14· «Όστις γαρ έχει, δοθήσεται αυτώ και περισσευθήσεται· όστις δε ουκ έχει, και ο έχει αρθήσεται απ’ αυτού. Δια τούτο εν παραβολαίς αυτοίς λαλώ, ίνα βλέποντες μη βλέπωσι και ακούοντες μη ακούωσι μηδέ συνώσι, μήποτε επιστρέψωσι». Χρυσοστόμου, Εις Ψαλμούς 48,3· PG 55,225· «Ο Χριστός πολλά εν παραβολαίς ελάλει, κατ’ ιδίαν δε τοις μαθηταίς επέλυε ταύτας. Η γαρ παραβολή τον άξιον και ουκ άξιον διαιρεί· ο μεν γαρ άξιος εκζητεί τα λεγόμενα ευρείν, ο δε ανάξιος παρατρέχει».
9. Την διαχρονικότητα των συμβόλων της Αποκαλύψεως επισημαίνει ο G. B. Caird στο άρθρο του «On Deciphering the Book of Revelation: IV. Myth and Legend», ExpTim 74/4 (1963) 103-105. Πρβλ. H.-M. Féret, «Apocalypse, histoire et eschatologie chrétiennes», Dieu Vivant 2 (1945) 123· «Στην Αποκάλυψι οι συμβολισμοί, ενώ αναφέρονται σε σύγχρονες πραγματικότητες, είναι ανοιχτοί στο μέλλον».
10. Αρκετοί ερμηνευταί προσπαθούν να εντοπίσουν υποτιθέμενες πηγές μέσα σε όλο το κείμενο της Αποκαλύψεως. Ορισμένοι, μάλιστα, επειδή εντοπίζουν στην Αποκάλυψι κείμενα πρωτότυπα, ενοχλούνται και εμβαθύνουν στην έρευνα για αναζήτησι πηγών.
11. Βλ. Σάκκου, Εισαγωγή, 188. Ο Ugo Vanni στην ειδική μελέτη του «Il simbolismo nell’ Apocalisse», Greg 61 (1980) 461-506, γράφει· «Η συμβολική της Αποκαλύψεως με κοσμικές και ανθρωπολογικές συγκρίσεις, χρώματα και αριθμούς έχει την ρίζα της πλήρως στην Παλαιά Διαθήκη».
12. Το γεγονός π.χ. ότι οι επτά βροντές (10,3) και ο αετός (12,14) συνοδεύονται από το οριστικό άρθρο προβάλλεται από τον E. B. Allo ως δείγμα «ότι πρόκειται για σχήματα γνωστά στην αποκαλυπτική παράδοσι» (Saint Jean, L’ Apocalypse, Paris 21921, σ. XLVII). Ωστόσο, ο ίδιος ερμηνευτής ομολογεί (αυτόθι) ότι οι αποκαλυπτικές παραστάσεις χρησιμοποιούνται από τον Ιωάννη για εντελώς διαφορετική διδασκαλία.
13. Βλ. Σάκκου, Εισαγωγή, 188. Του αυτού, Ιαννής και Ιαμβρής, Θεσ/νίκη 1973, σσ. 7-8, 36.
14. Βλ. J. E. Carpenter, «Astrology in the Book of Revelation», HibJ 23 (1924/25) 733. Ph. Carrington, «Astral Mythology in the Revelation», AThR 13 (1931) 289-305.
15. «Και το να μη δούμε εδώ αυτό το πράγμα ισοδυναμεί με το να μη δούμε τίποτε απολύτως», επισημαίνει ο Ramsay (Letters, 309).
16. Πρβλ. I. T. Beckwith, The Apocalypse of John. Studies in Introduction with a Critical and Exegetical Commentary, New York 1919, επανεκτ. Michigan 1967, σσ. vii-viii.
17. Ο Swete γράφει κατηγορηματικά· «Η Γυναίκα με το Παιδί δεν έχει παράλληλο στην Π.Δ., και παρά τις προσπάθειες του Gunkel να βρη την γένεσι αυτής της εξαίρετης εικόνας σε βαβυλωνιακές λαϊκές παραδόσεις, πρέπει να θεωρηθή με σιγουριά ως ουσιαστικά μία δημιουργία του νου του συγγραφέα, υπό την επίδρασι του Πνεύματος του Χριστού» (Apocalypse, cxxxiii). Για την ιδιάζουσα αυτή συμβολική παράστασι και τις ερμηνείες που έχει δεχθή βλέπε τις δύο εισηγήσεις μου: «Η γυνή η περιβεβλημένη τον ήλιον (Απ 12,1εε.)», Πρακτικά Θεολογικού Συνεδρίου Ι. Μ. Θεσσαλονίκης εις τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, Θεσ/νίκη 1991, σσ. 349-366, και «Η γυναίκα του Απ 12 κατά την ερμηνεία των οκτώ πρώτων αιώνων», Η Αποκάλυψη του Ιωάννη, προβλήματα φιλολογικά, ιστορικά, ερμηνευτικά, θεολογικά, Εισηγήσεις Στ´ Συνάξεως Ορθοδόξων βιβλικών θεολόγων, Λευκωσία 1991, σσ. 165-180.
18. Ο Allo χαρακτηρίζει το φαινόμενο αυτό ως «μία αδυναμία, η τουλάχιστον μία φιλολογική ιδιαιτερότητα, η οποία καθιστά αρκετά σύνθετο το έργο των υπομνηματιστών» (L’ Apocalypse, LIX). Εχοντας εστιασμένη την προσοχή του στο νόημα ο Ιωάννης αλλάζει τα σύμβολα «μη κοιτάζοντας τις αισθητές εικόνες παρά ως λέξεις συμβατικές, τις οποίες μπορεί κανείς δίχως δισταγμό να τις αλλάξη την μία με την άλλη, όταν είναι συνώνυμες» (αυτόθι).
19. L. L. Thompson, The Book of Revelation: Apocalypse and Empire, New York 1990, σ. 206.
20. Πρβλ. G. B. Caird, «On Deciphering the Book of Revelation: I. Heaven and Earth», ExpTim 74/1 (1962) 14· «Οποιαδήποτε δύο σύμβολα μπορεί να αντιστοιχούν σε δύο διαφορετικά επίγεια γεγονότα, αλλά μπορεί εξ ίσου να αντιπροσωπεύουν διαφορετικές απόψεις του ιδίου γεγονότος».
21. Πρβλ. Allo, L’ Apocalypse, LX· «Είναι σαφώς οι ίδιες συμφορές αρχικά προβλεπόμενες, στην συνέχεια βλεπόμενες». Caird, ε.α.
22. Η έκφρασι είναι του Allo (ε.α., LXV).
23. Ο D. L. Barr σχολιάζει· «Ο Ιωάννης κάνει έναν τολμηρό θεολογικό ισχυρισμό: το αρνίο είναι ο λέων. Ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας, αλλά έχει εκτελέσει το μεσσιανικό του αξίωμα με έναν πάρα πολύ ασυνήθιστο τρόπο, με τον θάνατό του» («The Apocalypse as a Symbolic Transformation of the World: A Literary Analysis», Int 38 [1984] 41).
24. Πρβλ. Barr, αυτόθι, 42.
25. Ο G. R. Beasley-Murray θεωρεί την πολιτική γελοιογραφία ως «το πλησιέστερο σύγχρονο παράλληλο» για τα σύμβολα της Αποκαλύψεως (The Book of Revelation, USA 1987 [11974], σσ. 16-17).
26. Πρβλ. Swete, Apocalypse, cxxxix· «Ο συγγραφέας της Αποκαλύψεως προσέχει να αποφεύγη αντιπροσωπεύσεις που θα μπορούσαν να παρουσιαστούν από την τέχνη του ζωγράφου. Καμία σκηνή στην μεγάλη χριστιανική αποκάλυψι δεν μπορεί να αναπαραχθή επιτυχώς στον καμβά». R. Boyd, «The Book of Revelation» (StudBib 4), Int 2 (1948) 469· «Ο Ιωάννης δεν θέλει ο αναγνώστης του να πασχίζη να βρη την μορφη του περιγραφομένου πράγματος· αλλά θέλει οπωσδήποτε ο αναγνώστης του να κατανοήση τι σημαίνει η δηλώνει το περιγραφόμενο». Κατά τον B. F. Westcott οι εικόνες της Αποκαλύψεως «είναι συμβολικές και όχι εικονογραφήσιμες» (Epistles of St. John: The Greek Text, London 1909, σ. 335).
27. Πρβλ. G. E. Ladd, A Commentary on the Revelation of John, Michigan 1972, σ. 102· «Τα σύμβολα της Αποκαλύψεως δεν νοούνται ως φωτογραφίες αντικειμενικών γεγονότων· είναι συχνά συμβολικές αναπαραστάσεις πνευματικών πραγματικοτήτων που σχεδόν κανείς δεν μπορεί να τις φανταστή». Μ. Ε. Boring, Revelation, Interpretation, Louisville 1989, σ. 54· «Πολλές από τις σκηνές… όχι μόνο δεν μπορούν να τοποθετηθούν πάνω σε καμβά η σε οθόνη κινηματογράφου, αλλά δεν μπορούν να τοποθετηθούν ούτε στην οθόνη του μυαλού».
28. Πρβλ. Fr. Stagg, «Interpreting the Book of Revelation», RevExp 72 (1975) 333· «Καποιος συμβολισμός μέσα στο βιβλίο είναι εντελώς προφανής ως προς την σημασία, και κάποιος είναι ασύλληπτος η προς το παρόν πέραν βεβαίας αποκρυπτογραφήσεως. Πιθανόν κάποιοι ήχοι, χρώματα, κινήσεις και μορφές σχεδιάζονται για να δημιουργήσουν εντυπώσεις και διαθέσεις τέτοιες, όπως δέος, φόβο, σεβασμό, τρόμο, ελπίδα η ειρήνη». Ο Swete, βαθύς μελετητής της Αποκαλύψεως, επισημαίνει ότι «η αβεβαιότητα που κυκλώνει την αποκαλυπτική ερμηνεία δεν μειώνει σοβαρά την γενική αξία του βιβλίου. Ούτε μπορεί να οδηγήση στο να κατηγορηθή ο συγγραφέας ότι είναι άσκοπα δυσνόητος…» (Apocalypse, cxxxiv).
29. Αντίθετα, κάποιοι ερμηνευταί ισχυρίζονται ότι σε τέτοιες περιπτώσεις μπορούμε να ερμηνεύουμε κυριολεκτικά. Έτσι ο J. F. Walvoord, The Revelation of Jesus Christ, London 1966, σ. 30.
30. Βλ. Σακκου, Εισαγωγή, 204-205· «Όλα τα σύμβολα ερμηνεύονται αλληγορικώς. Αλλ’ η αλληγορία αυτή ουδεμία σχέσιν έχει με την αλληγορικήν ερμηνείαν, διότι πρώτον μεν αυτός ο θεόπνευστος συγγραφεύς εμφαίνει ότι ομιλεί συμβολικώς, δεύτερον δε η αλληγορία είνε μόνον μία και συγκεκριμένη· το νοούμενον δηλαδή είνε ένα και σταθερόν, και δεν δύναται ο καθείς να υποθέτη ο,τι θέλει, όπως γίνεται εις την αλληγορικήν ερμηνείαν. Εννοείται ότι κατά την ιστορικήν ερμηνείαν, δια να ερμηνεύσωμεν αλληγορικώς μίαν συμβολικήν έκφρασιν, πρέπει πρώτα να ερμηνεύσωμεν επιτυχώς τι σημαίνει κατά γράμμα».
31. Πρβλ. A. S. Peake, The Revelation of John, London 1919, σσ. 183-184, ο οποίος αναφέρει ως παράδειγμα την περιγραφή της ουράνιας Ιερουσαλήμ (Απ 21). Πρόκειται για πραγματική κατοικία ανθρώπων. Αλλά το κυβοειδές σχήμα της οπωσδήποτε είναι συμβολικό· ανακαλεί τα Άγια των Αγίων, που σχημάτιζαν τέλειο κύβο, και εκφράζει την αλήθεια ότι «η σκηνή του Θεού» είναι «μετά των ανθρώπων». Ο G. B. Caird επισημαίνει την δυσκολία του ερμηνευτού όταν προσπαθή να αποφασίση πόσο να εκλάβη την εικονική γλώσσα κυριολεκτικά και πόσο συμβολικά (A Commentary on the Revelation of St. John the Divine, London 21969, σ. 7).
32. Πρβλ. Swete, Apocalypse, cxxxiii.
33. Για την συμβολική χρήσι των αριθμών γενικά στις αποκαλύψεις βλ. Allo, L’ Apocalypse, XXXIII-XXXIV. Ειδικά για τούς συμβολικούς αριθμούς της Αποκαλύψεως και την ερμηνεία τους βλ. J. P. Lange, Die Offenbarung des Johannes, Leipzig 1871, σσ. 11-12, Swete, ε.α., cxxxv-cxxxviii, Allo, ε.α., LII-LIII, R. Boyd, «The Book of Revelation» (StudBib 4), Int 2 (1948) 469-470, Ed. Lohse, Die Offenbarung des Johannes, Göttingen 1971, σσ. 22-23, Kl. Gamber, Das Geheimnis der sieben Sterne: Zur Symbolik der Apokalypse, Regensburg 1987. Αναλυτική εξέτασι και ερμηνεία όλων των άλλων συμβόλων της Αποκαλύψεως (χρωμάτων, γεωμετρικών σχημάτων, φυσικών φαινομένων κτλ.) βλ. Lange, ε.α., 12-32.
34. Πρβλ. Peake, Revelation, 184· «Ποτέ δεν πρέπει να μπούμε στον πειρασμό να μειώσουμε τις προσδοκίες του συγγραφέα της Αποκαλύψεως στα όρια της δικής μας εμπειρίας». Δεν πρέπει, λοιπόν, να «αναζητούνται αλληγορίες όπου ο συγγραφέας περιγράφει πράγματα με ρεαλιστικό τρόπο, αλλά οι περιγραφές είναι παράξενες και αταίριαστες στην σύγχρονη θεώρησι» (αυτόθι, 179).
35. Πολύ σωστά επισημαίνει ο Peake ότι «πρέπει να αποφύγουμε την εξήγησι των φλογερών και λαμπρών περιγραφών (της Αποκαλύψεως) με ψυχρούς υπαινιγμούς σε μακρινά ιστορικά γεγονότα η με πνευματικές και ηθικές τετριμμένες εκφράσεις» (αυτόθι, 184).
36. Βλ. Σ. Σάκκου, Υπόμνημα εις την Επιστολήν του Ιούδα, Θεσ/νίκη 1970, σ. 368.
37. Πρβλ. Ειρηναίου, Κατά αιρέσεων 5,30,3· PG 7,1205C· ΒΕΠ 5,169· «Ασφαλέστερον ουν και ακινδυνότερον το περιμένειν την έκβασιν της προφητείας η το καταστοχάζεσθαι και καταμαντεύεσθαι…». Ιππολύτου, Απόδειξις περί Χριστού και Αντιχρίστου 50· ΒΕΠ 6,215 (κατά την κριτική έκδοσι του H. Achelis)· «…”έχοντας δε το μυστήριον του Θεού εν καθαρά καρδία” (βλ. Α´ Τι 3,9) μετά φόβου φυλάσσειν πιστώς τα υπό των μακαρίων προφητών προειρημένα, ίνα γινομένων αυτών προειδότες μη σφαλλώμεθα». Χρυσοστόμου, Εις την ασάφειαν της Παλαιάς Διαθήκης 1· PG 56,177· «Προφητεία δε όταν συνεσκιασμένως λέγηται, μετά την των πραγμάτων έκβασιν γίνεται σαφεστέρα, προ δε της εκβάσεως ουδαμώς». Ανδρέου Καισαρείας, Εις Αποκάλυψιν 38· PG 106,340C· J. Schmid, Studien zur Geschichte des griechischen Apokalypse-textes, τ. 1, Der Apokalypse-kommentar des Andreas von Kaisareia, M(nchen 1955, σ. 145· «Και την μεν ακρίβειαν της ψήφου, ως και τα λοιπά τα περί αυτού γεγραμμένα, ο χρόνος αποκαλύψει και η πείρα τοις νήφουσιν».
38. Πρβλ. G. K. Beale, The Book of Revelation, NIGTC, USA 1999, σ. 68· «Ο ερμηνευτής ποτέ δεν μπορεί να είναι σίγουρος ότι έχουν ανακαλυφθή όλες οι σημασίες ενός συμβόλου». Επιτυχής ο χαρακτηρισμός της Ε. Schüssler Fiorenza ότι το κείμενο της Αποκαλύψεως μοιάζει με «κρεμμύδι η τριαντάφυλλο με στρώματα εννοιών» η ακόμη με πρίσμα που διαθλά μία έννοια με πολλούς τρόπους (Revelation: Vision of a Just World, Minneapolis 1991, σ. 19).
39. Peake, Revelation, 185. Αλλά, συνεχίζει ο ίδιος ερμηνευτής, «όπου οι θεμελιώδεις αρχές είναι ψευδείς, ούτε διεισδυτική πνευματική ενόρασι ούτε ερμηνευτική επιδεξιότητα θα ωφελήση πολύ τον ερμηνευτή αυτού του Βιβλίου» (αυτόθι). Ο G. R. Osborne (Revelation, USA 2002, σ. 16) θεωρεί αναγκαίες για την ερμηνεία των συμβόλων τις «ερμηνευτικές της ταπεινοφροσύνης», ώστε να συνειδητοποιήσουμε ότι «βλέπομεν άρτι δι’ εσόπτρου εν αινίγματι» (Α´ Κο 13,12).
40. Πρβλ. Χρυσοστόμου, Εις Παροιμίας, PG 64,661· «Όσα γαρ δια παραβολής και σκοτεινώς το άγιον Πνεύμα δια των προφητών ελάλησε, ταύτα τοις μετόχοις και κοινωνοίς του αγίου Πνεύματος υπάρχουσιν, εύγνωστα γίνεται υπ’ αυτού του Πνεύματος εκδιδασκόμενα· ασφράγιστος γαρ ακυβέρνητος, τας θείας Γραφάς επιγνώναι ου δύναται».
Πηγή: Περιοδικό ΘΕΟΛΟΓΙΑ, τ. Β´ 2007