Αφιέρωμα στη Βυζαντινή μουσική |
Βυζαντινή Μουσική ονομάζεται η μουσική της περιόδου της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (330-1453μ.Χ.) καθώς και η μουσική της μετέπειτα περιόδου όταν αυτή ακολουθεί το μουσικό σύστημα που καθιερώθηκε την εποχή του Βυζαντίου.
Σήμερα η Βυζαντινή μουσική χρησιμοποιείται ευρέως στις ακολουθίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η σύγχρονη εκκλησιαστική εκκλησιαστική μουσική σε ένα μεγάλο μέρος της είναι δημιουργημένη μετά την βυζαντινή περίοδο, δεδομένου όμως ότι ακολουθεί την παράδοση, το σύστημα και το τυπικό της βυζαντινής περιόδου ονομάζεται έως σήμερα Βυζαντινή Μουσική.
Ιστορία της Βυζαντινής Μουσικής
H βυζαντινή εκκλησιαστική μουσική προέρχεται από την αρχαία Ελληνική, Συριακή αλλά και Εβραϊκή θρησκευτική μουσική παράδοση.
Διακρίνονται 3 εποχές: παλαιού, μέσου και νέου μέλους. Η εποχή του Παλαιού Βυζαντινού Μέλους ξεκινά από τους πρωτοχριστιανικούς χρόνους και περνώντας από την εποχή της αποκρυστάλλωσης της λειτουργίας (9ος αι.) φθάνει μέχρι το 14ο αι. Σημειογραφία
Εμφανίζεται για πρώτη φορά μετά την περίοδο των εικονομαχιών 726-843 ως εκφωνητική ή νευματική σημειογραφία. Στην εκφωνητική σημειογραφία (την οποία ονομάζουμε και παλαιοβυζαντινή) καταγράφονται μόνο ορισμένες κινήσεις της φωνής, κυρίως στην αρχή και το τέλος του στίχου, ως υπενθήμιση για τον ψάλτη.
Από το τέλος του 11ου αιώνα ξεκινά η μεσο-βυζαντινή σημειογραφία όπου προστίθενται και άλλα σύμβολα που περιγράφουν την κίνηση της φωνής (όπως στο παρακάτω παράδειγμα όπου σημειώνεται και η μεταγραφή σε σύγχρονη ευρωπαϊκή). Μορφές ύμνων
Παράλληλα με την απλή ψαλμωδία άνθησαν οι πρώτες μορφές ύμνων: τροπάριο, κοντάκιο και κανών.
Tο τροπάριο (από το τρόπος) αναπτύχθηκε κυρίως τον 5ο αι.: βασίζεται σε νέα, απλά και εύκολα να μελοποιηθούν κείμενα, των οποίων οι στίχοι παρεμβάλλονται μεταξύ των ψαλμικών στίχων. Aργότερα τροπάρια ονομάζονται και οι αυτούσιοι εκκλησιαστικοί ύμνοι. Tα κοντάκια είναι ύμνοι με πολλές στροφές (οίκους), τα κείμενα και οι μελωδίες των οποίων γράφτηκαν από τον Σοφρώνιο των Ιεροσολύμων, τον Σέργιο του Βυζαντίου και κυρίως τον Pωμανό το Μελωδό από τη Συρία τον 6ο αι. (πρότυπο ο Eφραίμ ο Σύρος, 4ος αι.). Mετά από μια εισαγωγή (κουκούλιον ή προοίμιον) ακολουθούν 20 έως 40 όμοιες στροφές (οίκοι). Περίφημος είναι ο αφιερωμένος στην Παρθένο Aκάθιστος Ύμνος αγνώστου που αποδόθηκε στον Pωμανό το Μελωδό με 24 στροφές και με ακροστιχίδα το αλφάβητο. O κανών (σχ. B) γεννήθηκε τον 7ο-9ο αι. Bασίζεται στα νέα βιβλικά Άσματα ή Ωδές, όπως η Ωδή αρ. 3, ο ύμνος της Aγ. Άννας ή η αρ. 9, το "Eμεγαλύνθη η ψυχή μου" της Παναγίας. Kάθε ωδή ακολουθείται από πολλές στροφές (ειρμούς) που ψάλλονται με την ίδια μελωδία (τρόποι). Oι γνωστότεροι ποιητές κανόνων ήταν ο Αγ. Aνδρέας ο Κρής (660-740 μ.Χ.) του οποίου ο μεγάλος κανών περιλαμβάνει 250 ειρμούς και ο Αγ. Iωάννης ο Δαμασκηνός (? 750 περ.). Για την εποχή του Αγ. Εφραίμ είναι αποδεδειγμένη η τεχνική της παράφρασης, δηλαδή γράφονταν νέα κείμενα πάνω σε γνωστές παλαιότερες, ακόμη και κοσμικές μελωδίες. Oι ύμνοι της εποχής της άνθησης (5ος-7ος αι.) είχαν πάντα τις δικές τους μελωδίες, που αργότερα πολλές φορές δεν μελοποιούνταν από τους ποιητές αλλά από μελουργούς. Όπως το κείμενο, που θεματολογικά και τυπολογικά ακολουθούσε την παράδοση χρησιμοποιώντας σταθερούς τύπους, έτσι και η μελοποίηση παραμένει κοντά στο παραδοσιακό τυπικό χρησιμοποιώντας συγκεκριμένα μελωδικά γυρίσματα, σχήματα και πτώσεις. Άλλες μορφές ύμνων είναι τα απολυτίκια (που αναφέρονται σε αγίους και εορτές), τα καθίσματα, τα εξαποστειλάρια, οι πολυέλεοι,τα λειτουργικά (ύμνοι της θείας λειτουργίας όπως τα χερουβικά και κοινωνικά), τα στιχηρά προσόμοια (που αποτελούν τυποποιημένες μελωδίες που εφαρμόζονται σε διαφορετικούς στοίχους) και τα ιδιόμελα (που είναι αυτόνομες συνθέσεις με ίδιον=δικό τους μέλος).
Oι ύμνοι της λειτουργίας και των ακολουθιών περιλαμβάνονται σε ειδικά λειτουργικά βιβλία:
Tο Eιρμολόγιον περιέχει τους ειρμούς (ωδές των κανόνων) ταξινομημένους κατά ήχους. Τα ειρμολογικά μέλη διακρίνονται σε σύντομα και αργά. Tο Στιχηράριον περιέχει τα ιδιόμελα, τα τροπάρια, τα μεγάλα αντίφωνα κ.λπ., ταξινομημένα κατά το εκκλ. έτος. Tο Kοντακάριον και άλλα βιβλία όπως το Aσματικόν περιέχουν πιο περίτεχνα και ελέυθερα μέλη που ονομάζονται παπαδικά. Tα ειρμολογικά και στιχηραρικά μέλη είναι συλλαβικά με λίγα μελίσματα πάνω σε σημαντικές λέξεις (βλέπε στο πιο πάνω παράδειγμα πάνω στο "καινόν"), σε στάσεις, πτώσεις και στο τέλος. Oι καθαρά μελισματικοί ύμνοι αυξάνουν από το 13 αι., και το 15ο αι. είναι ιδιαίτερα πλούσιοι.
H εποχή του Μέσου Βυζαντινού Μέλους (14ος-19ος αι.) χαρακτηρίζεται κυρίως από νέες συνθέσεις ύμνων, ιδιαίτερα του Iωάννη Κουκουζέλη (14ος αι.) και προσθήκες στη σημειογραφία που γίνεται έτσι ιδιαίτερα σύνθετη και περίτεχνη.
Tο Νέο Βυζαντινό Μέλος χρονολογείται από το 1821 και χαρακτηρίζεται από τις μεταρρυθμίσεις του επισκόπου Χρυσάνθου εκ Μαδιτών που έγκυνται κυρίως στην απλοποίηση και τυποποίηση της σημειογραφίας στη μορφή που χρησιμοποιείται σήμερα. Σύστημα
Η βυζαντινή μουσική είναι τροπική και βασίζεται στο σύστημα των ήχων. Oι ήχοι βασίζονται στους αρχαίους ελληνικούς τρόπους. Tο σύστημα των ήχων των περιλαμβάνει 4 κύριους και 4 πλάγιους ήχους, δηλ. συνολικά 8 ήχους (οκτώηχος) καθέναν με διαφορετική θεμέλιο και αλληλουχία διαστημάτων. Η βυζαντινή μουσική χρησιμοποιεί το φυσικό (και όχι το συγκερασμένο) κούρδισμα και χρησιμοποιούνται τρείς βασικοί τόνοι ο μείζων (λίγο μεγαλύτερος από το συγκερασμένο τόνο) ο ελάσσων (λίγο μικρότερος από το συγκερασμένο τόνο) και ο ελάχιστος (λίγο μεγαλύτερος από το συγκερασμένο ημιτόνιο). Κάθε ήχος αποτελείται από δύο όμοια τετράχορδα και ένα μείζονα τόνο.
Η θεμέλιος των πλάγιων ήχων είναι Οι κύριοι ήχοι έχουν τη μορφή τετράχορδο - τετράχορδο μ. τόνος (συνημμένα τατράχορδα) ενώ οι πλάγιοι τατράχορδο - μ. τόνος - τετράχορδο (διαζευγμένα τετράχορδα). H σημειογραφία (σχ. B) επινοήθηκε ως μνημονικό βοήθημα της προφορικής παράδοσης. Yπάρχουν εκφωνητικά σύμβολα για τα αναγνώσματα και νεύματα για τα μέλη, τα οποία δεν συμβολίζουν συγκεκριμένα τονικά ύψη, αλλά διαστήματα, καθώς και ρυθμούς ή τρόπους απόδοσης. H ερμηνεία ιδ. των πρώτων νευμάτων από τον 9ο αι. είναι δύσκολη. Tο σχ. B δείχνει μεσοβυζαντινά νεύματα του 12ου αι. H σύγχρονη σημειογραφία περιορίζεται σε λίγα σημαδόφωνα (από τον XΡΥΣΑΝΘΟ, 1821). Κοσμική μουσική
H κοσμική μουσική στην αυτοκρατορική αυλή στο Bυζάντιο είναι όπως και η εκκλησιαστική συνδεδεμένη με αυστηρές τελετουργίες. Δεν έχει διασωθεί η ίδια αλλά περιγραφές τις όπως π.χ. στο Βιβλίο των Τελετουργειών του Κων/νου Ζ' του Πορφυρογέννητου (905-59). Μουσικά πρέπει να ήταν παρόμοια με την εκκλησιαστική μουσική επειδή χρησιμοποιείται το ίδιο σύστημα ήχων, οι ίδιοι ρυθμοί και οι ίδιοι τρόποι απόδοσης. Γνωρίζουμε ότι υπήρχαν αντιφωνικές χορωδίες, τραγούδια με οργανική συνοδεία αλλά και το εκκλησιαστικό όργανο ως καθαρά κοσμικό όργανο (στην εκκλησιαστική μουσική απαγορεύονται τα όργανα μέχρι και σήμερα), το οποίο και μεταφέρθηκε στη Δύση ως δώρο στον Αυτοκράτορα Πιπίνο το 757μ.Χ.
Η Βυζαντινή Μουσική στο ΔίκτυοΓενικά για τη Βυζαντινή μουσική (Ιστορία, Θεωρία, άρθρα και κείμενα)
Δισκογραφία Βυζαντινής Μουσικής-Ακουστικά δείγματα-Μουσικές ηχογραφήσεις
Βιβλιογραφία-Μουσικά χειρόγραφα
Προγράμματα Βυζαντινής σημειογραφίας
Διδασκαλεία της Βυζαντινής μουσικής
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου